Οι επιδιώξεις των δύο πλευρών
Ο Ντόναλντ Τραμπ δηλώνει πως θέλει να «κάνει μια συμφωνία» για να «σταματήσει αυτόν τον παράλογο πόλεμο» στην Ουκρανία. Η τηλεφωνική επικοινωνία του με τον Βλαντίμιρ Πούτιν και η συνάντηση μεταξύ Αμερικανών και Ρώσων αξιωματούχων στη Σαουδική Αραβία, η οποία αποτελεί ένα στάδιο προετοιμασίας για την αναμενόμενη συνάντηση των δύο ηγετών, έχουν αυξήσει τις πιθανότητες οι διαπραγματεύσεις να οδηγήσουν στη λήξη του τριετούς πολέμου.
Όμως, πώς θα μπορούσαν να λειτουργήσουν αυτές οι συνομιλίες; Ποιοι θα συμμετάσχουν; Και τι θα μπορούσε να περιλαμβάνει μια πιθανή συμφωνία;
Οι συνομιλίες μεταξύ Ουκρανίας και Ρωσίας, από τις πρώτες κιόλας εβδομάδες του πολέμου, δεν κατέληξαν σε ειρηνευτική συμφωνία. Σήμερα η Ουκρανία βρίσκεται αντιμέτωπη με περιορισμένες στρατιωτικές επιλογές, καθώς η Ρωσία έχει πετύχει σημαντικές εδαφικές κατακτήσεις. Αυτό σημαίνει ότι οποιαδήποτε συμφωνία θα απαιτούσε πιθανώς επώδυνες παραχωρήσεις από την πλευρά του Κιέβου, γεγονός που θα μπορούσε να ερμηνευθεί ως ανταμοιβή της ρωσικής επιθετικότητας από τον Τραμπ.
Από την άλλη, ο Πούτιν έχει επίσης κίνητρα να διαπραγματευτεί. Η ρωσική οικονομία κινδυνεύει από ανεξέλεγκτο πληθωρισμό λόγω του τεράστιου κόστους του πολέμου, ενώ ο στρατός του υφίσταται απώλειες που ξεπερνούν τους 1.000 στρατιώτες ημερησίως. Μια συμφωνία θα μπορούσε να ανοίξει τον δρόμο για τη μείωση των δυτικών κυρώσεων.
Ποιοι συμμετέχουν στις συνομιλίες;
Η κυβέρνηση του Τζο Μπάιντεν είχε επιδιώξει τη διπλωματική απομόνωση της Ρωσίας και είχε καταστήσει σαφές ότι οποιεσδήποτε διαπραγματεύσεις για το μέλλον της Ουκρανίας θα πρέπει να περιλαμβάνουν την ίδια την Ουκρανία. Ωστόσο ο Τραμπ ακολούθησε διαφορετική προσέγγιση. Στις 12 Φεβρουαρίου είχε μια μακρά τηλεφωνική συνομιλία με τον Πούτιν σχετικά με την Ουκρανία, δηλώνοντας αργότερα ότι θα «ενημερώσει» τον Ουκρανό Πρόεδρο Βολοντίμιρ Ζελένσκι για τη συζήτησή τους.
Αυτό είχε αποτέλεσμα να είναι πλέον η Ουκρανία εκείνη που φαίνεται απομονωμένη. Ο Ζελένσκι δήλωσε ότι δεν είχε προσκληθεί στις συζητήσεις αυτής της εβδομάδας στη Σαουδική Αραβία μεταξύ υψηλόβαθμων αξιωματούχων των ΗΠΑ και της Ρωσίας.
Οι ευρωπαϊκές χώρες και η Ευρωπαϊκή Ένωση ενδέχεται επίσης να μείνουν εκτός της διαδικασίας, παρότι η συνολική βοήθειά τους προς την Ουκρανία από την αρχή του πολέμου – περίπου 140 δισεκατομμύρια δολάρια – υπερβαίνει την αντίστοιχη αμερικανική συνεισφορά.
Ο Τραμπ δήλωσε ότι «πιθανότατα» θα συναντηθεί σύντομα με τον Πούτιν στη Σαουδική Αραβία, ενώ χώρες όπως το Κατάρ, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και η Τουρκία έχουν ήδη αναλάβει ρόλο μεσολαβητών σε ζητήματα όπως οι ανταλλαγές κρατουμένων και η ελεύθερη ναυσιπλοΐα στη Μαύρη Θάλασσα.
Συνάντηση ανώτατων αξιωματούχων
Σε μια σημαντική εξέλιξη, ανώτατοι αξιωματούχοι των ΗΠΑ και της Ρωσίας συναντήθηκαν για πρώτη φορά εδώ και τρία χρόνια συμφωνώντας στη δημιουργία ομάδων που θα εργαστούν για τον τερματισμό του πολέμου στην Ουκρανία και την ομαλοποίηση των διμερών σχέσεων. Ύστερα από τέσσερις ώρες συνομιλιών, ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ Μάρκο Ρούμπιο ανέφερε ότι και οι δύο πλευρές δεσμεύτηκαν να διερευνήσουν μια ειρηνευτική λύση, αλλά και να εξετάσουν οικονομικές και γεωπολιτικές συνεργασίες.
Οι συνομιλίες, που πραγματοποιήθηκαν στο Ριάντ της Σαουδικής Αραβίας, φαίνεται να σηματοδοτούν μια στροφή στην πολιτική του Τραμπ, ο οποίος δείχνει διατεθειμένος να διαπραγματευτεί με τη Μόσχα, αψηφώντας τις ανησυχίες των Ευρωπαίων συμμάχων του. Παράλληλα η Ρωσία εκμεταλλεύτηκε τη συνάντηση για να προωθήσει οικονομικές συμφωνίες, τονίζοντας τα οφέλη για τις αμερικανικές εταιρείες που θα μπορούσαν να επιστρέψουν στη ρωσική αγορά.
Οι συνομιλίες έγιναν λίγες ημέρες μετά την τηλεφωνική επικοινωνία μεταξύ Τραμπ και Πούτιν, ενώ στη ρωσική αντιπροσωπεία συμμετείχαν κορυφαίοι αξιωματούχοι, όπως ο υπουργός Εξωτερικών Σεργκέι Λαβρόφ. Ο Ρούμπιο περιέγραψε ένα τριμερές σχέδιο που περιλαμβάνει τη χαλάρωση διπλωματικών περιορισμών, τη διαπραγμάτευση των όρων για τον τερματισμό του πολέμου στην Ουκρανία και τη διερεύνηση νέων συνεργασιών.
Ωστόσο Ευρωπαίοι και Ουκρανοί αξιωματούχοι εξέφρασαν έντονες ανησυχίες για το ότι οι ΗΠΑ ενδέχεται να παρακάμψουν το Κίεβο στη διαμόρφωση μιας συμφωνίας με τη Μόσχα. Ο Πρόεδρος της Ουκρανίας δήλωσε ότι δεν θα δεχτεί οποιαδήποτε συμφωνία που θα γίνει ερήμην της χώρας του. Η Σαουδική Αραβία, που φιλοξένησε τη συνάντηση, επιδιώκει να ενισχύσει τον διεθνή ρόλο της ως μεσολαβήτριας, ενώ τηρεί ουδέτερη στάση στον πόλεμο διατηρώντας σχέσεις τόσο με τη Ρωσία όσο και με την Ουκρανία.
Το ζήτημα των συνόρων
Η Ουκρανία έχει διαμηνύσει πως δεν πρόκειται να αναγνωρίσει καμία αλλαγή στα σύνορά της. Από την άλλη, η Ρωσία διεκδικεί όχι μόνο το 20% του εδάφους που ήδη κατέχει, αλλά και περιοχές υπό ουκρανικό έλεγχο σε τέσσερις ακόμη περιφέρειες.
Μια πιθανή «συμβιβαστική» λύση θα μπορούσε να είναι η «παγίωση» των σημερινών εδαφικών κατακτήσεων: η Ρωσία να διατηρήσει τον έλεγχο των εδαφών που έχει ήδη καταλάβει, αλλά να σταματήσει τις επιθετικές επιχειρήσεις. Η Ουκρανία και η Δύση δεν θα αναγνώριζαν επίσημα την προσάρτηση αυτών των εδαφών, αλλά ούτε και η Ρωσία θα εγκατέλειπε τις διεκδικήσεις της.
Στις συνομιλίες του 2022 Ουκρανοί διαπραγματευτές είχαν προτείνει μια λύση που θα ανέβαλλε την τελική διευθέτηση του καθεστώτος της Κριμαίας για 10-15 χρόνια. Κάτι αντίστοιχο θα μπορούσε να προταθεί και τώρα.
Ένα ακόμη αγκάθι αποτελεί η περιοχή του Κουρσκ. Η Ουκρανία ελέγχει περίπου 200 τετραγωνικά μίλια ρωσικού εδάφους στην περιοχή αυτή, κάτι που η Μόσχα αρνείται να δεχτεί ως διαπραγματευτικό χαρτί. Ωστόσο, αν οι συνομιλίες ξεκινήσουν πριν η Ρωσία εκδιώξει τις ουκρανικές δυνάμεις από εκεί, το Κίεβο ίσως μπορέσει να το αξιοποιήσει για να αποσπάσει κάποιες ρωσικές παραχωρήσεις.
ΝΑΤΟ και Ευρωπαϊκή Ένωση
Η Ουκρανία δεν επιδιώκει μόνο την ανάκτηση των χαμένων εδαφών της, αλλά και την εξασφάλιση της μελλοντικής ασφάλειάς της, ώστε να αποφύγει μια νέα ρωσική εισβολή. Για το Κίεβο η ένταξη στο ΝΑΤΟ θεωρείται η μόνη πραγματική εγγύηση ασφάλειας. Η Μόσχα, όμως, βλέπει την προοπτική αυτή ως υπαρξιακή απειλή.
Η κυβέρνηση Τραμπ έχει ήδη δώσει το στίγμα της: φαίνεται διατεθειμένη να αποδεχτεί τις ρωσικές ανησυχίες αποκλείοντας την ένταξη της Ουκρανίας στη Συμμαχία. Αντίθετα θα μπορούσε να αφήσει ανοιχτό τον δρόμο για την ένταξη της χώρας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, παρουσιάζοντάς το ως συμβιβασμό.
Πριν καταρρεύσουν οι ειρηνευτικές συνομιλίες του 2022, Ρώσοι διαπραγματευτές είχαν συμφωνήσει σε μια διατύπωση που προέβλεπε ότι η συμφωνία δεν θα εμπόδιζε την ένταξη της Ουκρανίας στην Ε.Ε. Ίσως αυτή να είναι μια φόρμουλα που θα μπορούσε να επανέλθει στο τραπέζι.
Εγγυήσεις ασφαλείας
Χωρίς ένταξη στο ΝΑΤΟ, ο Ζελένσκι έχει προτείνει την ανάπτυξη 200.000 ξένων στρατιωτών στην Ουκρανία για να διασφαλιστεί οποιαδήποτε εκεχειρία. Ωστόσο αναλυτές εκτιμούν ότι η Δύση δεν μπορεί να συγκεντρώσει μια τόσο μεγάλη δύναμη. Ο Βρετανός πρωθυπουργός Κιρ Στάρμερ δήλωσε την Κυριακή 16.2 ότι η χώρα του είναι πρόθυμη να στείλει έναν μη προσδιορισμένο αριθμό ειρηνευτικών δυνάμεων.
Από την άλλη πλευρά, η Ρωσία ζητά τις δικές της «εγγυήσεις ασφαλείας», ώστε η Ουκρανία να μην αναπτύξει ξανά τη στρατιωτική της ισχύ και να μην επιχειρήσει να ανακαταλάβει τα κατεχόμενα εδάφη. Αυτό περιλαμβάνει τον περιορισμό του μεγέθους των ουκρανικών ενόπλων δυνάμεων και την απαγόρευση ξένων στρατευμάτων στη χώρα.
Η εξισορρόπηση αυτών των απαιτήσεων θεωρείται από τους ειδικούς το πιο περίπλοκο σημείο των διαπραγματεύσεων. Μια ομάδα υπό τον Μαρκ Βέλερ, καθηγητή Διεθνούς Δικαίου του Πανεπιστημίου του Κέμπριτζ, έχει καταρτίσει ένα πιθανό πλαίσιο συμφωνίας που προτείνει έναν συμβιβασμό: την ανάπτυξη μιας μικρής διεθνούς δύναμης 7.500 ανδρών, αποδεκτής τόσο από τη Ρωσία όσο και από την Ουκρανία, για να διατηρηθεί η ειρήνη στη γραμμή του μετώπου.
Η πρόταση Βέλερ προβλέπει άμεσες κυρώσεις σε όποια πλευρά επανεκκινήσει τις εχθροπραξίες. Παράλληλα επιτρέπει στην Ουκρανία να πραγματοποιεί περιορισμένες κοινές στρατιωτικές ασκήσεις και να συνεργάζεται με ξένες χώρες στην παραγωγή όπλων και την εκπαίδευση στρατευμάτων. Ωστόσο αποκλείεται η μόνιμη παρουσία ξένων στρατιωτικών δυνάμεων, ενώ η Ουκρανία θα συμφωνούσε σε απαγόρευση πυραύλων με εμβέλεια άνω των 250 χιλιομέτρων.
Οι μηχανισμοί της εκεχειρίας
Η βιωσιμότητα μιας ειρηνευτικής συμφωνίας θα εξαρτηθεί από τις λεπτομέρειες της εκεχειρίας. Ο πρώην Ελβετός διπλωμάτης Τόμας Γκρέμινγκερ, που συμμετείχε στην επιτήρηση της κατάπαυσης του πυρός στην ανατολική Ουκρανία μετά το 2015, τονίζει τρία βασικά σημεία:
● Ορισμός της «γραμμής επαφής», δηλαδή των ορίων μεταξύ των ρωσικών και ουκρανικών δυνάμεων.
● Δημιουργία ζώνης αποστρατιωτικοποίησης, ώστε να αποφεύγονται επεισόδια που θα μπορούσαν να πυροδοτήσουν νέα σύγκρουση.
● Μηχανισμός επιβολής της εκεχειρίας, ώστε να διασφαλιστεί ότι και οι δύο πλευρές θα τηρήσουν τη συμφωνία.
Η διατύπωση αυτών των όρων σε μια συμφωνία μπορεί να είναι εξαιρετικά τεχνική, επισημαίνει ο Γκρέμινγκερ, αλλά η ακρίβεια στις λεπτομέρειες θα είναι καθοριστική για την επιτυχία της εκεχειρίας.
Το ΝΑΤΟ στην ανατολική Ευρώπη
Ο Πούτιν δεν βλέπει τη σύγκρουση ως ζήτημα μόνο της Ουκρανίας, αλλά ως μέρος μιας ευρύτερης αντιπαράθεσης με τη Δύση. Λίγο πριν από την εισβολή είχε απαιτήσει την παύση της επέκτασης του ΝΑΤΟ προς Ανατολάς και την απόσυρση της Συμμαχίας από μεγάλο μέρος της Ευρώπης. Στην πρόσφατη τηλεφωνική επικοινωνία του με τον Τραμπ, στις 12 Φεβρουαρίου, ο Ρώσος Πρόεδρος επανέλαβε την ανάγκη να αντιμετωπιστούν «οι βαθύτερες αιτίες της σύγκρουσης».
Αυτό σημαίνει ότι η Ρωσία πιθανότατα θα προβάλει απαιτήσεις που ξεπερνούν το ουκρανικό ζήτημα και αφορούν το συνολικό καθεστώς ασφάλειας στην Ευρώπη.
Οι σύμμαχοι των ΗΠΑ αναμένεται να αντιδράσουν έντονα σε οποιαδήποτε συζήτηση για μείωση της παρουσίας του ΝΑΤΟ στην Ευρώπη, καθώς εκτιμούν ότι κάτι τέτοιο θα αύξανε τον κίνδυνο ρωσικής επιθετικότητας σε χώρες όπως η Πολωνία και οι βαλτικές δημοκρατίες. Ωστόσο ο Τραμπ, δεδομένης της διαχρονικής του επιφυλακτικότητας απέναντι στις αμερικανικές στρατιωτικές δεσμεύσεις στο εξωτερικό, ενδέχεται να είναι ανοιχτός σε μια τέτοια συμφωνία.
Αυτός ο παράγοντας περιπλέκει περαιτέρω τις διαπραγματεύσεις, οι οποίες πιθανότατα θα εξελιχθούν σε τρία διαφορετικά επίπεδα:
● ΗΠΑ – Ρωσία.
● Ρωσία – Ουκρανία.
● Ρωσία – Ευρώπη.
«Δεν υπάρχουν εύκολες λύσεις», σημειώνει ο Γκρέμινγκερ.
Το διακύβευμα για Τραμπ και Πούτιν
Οι ρωσικές απαιτήσεις δεν αφορούν μόνο εδάφη ή στρατιωτικές εγγυήσεις. Στις ειρηνευτικές συνομιλίες του 2022 η ρωσική πλευρά επιδίωξε να αποδυναμώσει την ουκρανική εθνική ταυτότητα απαιτώντας την καθιέρωση της ρωσικής ως επίσημης γλώσσας και την απαγόρευση ονομάτων δρόμων και τοποθεσιών που σχετίζονται με την ουκρανική ανεξαρτησία. Αυτά τα θέματα πιθανότατα θα τεθούν εκ νέου στο τραπέζι.
Παράλληλα ο Πούτιν ενδέχεται να επιχειρήσει να χρησιμοποιήσει τις διαπραγματεύσεις για την Ουκρανία ως μοχλό πίεσης προς τις ΗΠΑ, προκειμένου να πετύχει άρση των κυρώσεων. Ωστόσο, ορισμένοι αναλυτές εκτιμούν ότι το μεγαλύτερο κίνητρο του Ρώσου Προέδρου μπορεί να είναι η προοπτική μιας ευρύτερης «μεγάλης συμφωνίας» με την Ουάσιγκτον.
«Ο Πούτιν θέλει μια μακροπρόθεσμη, παραγωγική σχέση με αυτή τη διοίκηση», υποστηρίζει η Ρόουζ Γκοτέμουλερ, πρώην υφυπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ με εμπειρία στις διαπραγματεύσεις με τη Ρωσία. «Αλλά, για να το πετύχει, θα πρέπει να δείξει ότι είναι διατεθειμένος να κάνει υποχωρήσεις».
Διαβάστε επίσης:
Ακυρώθηκε η κοινή συνέντευξη Τύπου Ζελένσκι – Κέλογκ μετά από αίτημα του Λευκού Οίκου
CNN: Οι 48 ώρες της μεταστροφής Τραμπ απέναντι στον Ζελένσκι