Ως μια από τις δέκα σημαντικότερες απειλές για τη δημόσια υγεία έχει χαρακτηριστεί η διστακτικότητα για εμβολιασμό από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (ΠΟΥ) το 2019. Ο εμβολιασμός αποτελεί έναν από τους πιο οικονομικά αποδοτικούς τρόπους πρόληψης νοσημάτων με τις εκτιμήσεις να αναφέρουν ότι αποτρέπει 2-3 εκατομμύρια θανάτους ετησίως, ενώ θα μπορούσαν να προληφθούν επιπλέον 1,5 εκατομμύριο θάνατοι, αν η παγκόσμια κάλυψη εμβολιασμού ήταν μεγαλύτερη.
Τα παραπάνω αναφέρει σε άρθρο του στο ενημερωτικό δελτίο του Εθνικού Οργανικού Δημόσια Υγείας (ΕΟΔΥ) ο κ. Δημήτριος Παρασκευής, Καθηγητής Επιδημιολογίας και Προληπτικής Ιατρικής και μέλος του ΔΣ του ΕΟΔΥ.
Ο καθηγητής αναλύει τους λόγους που οφείλεται η διστακτικότητα κάποιων πολίτων απέναντι στα εμβόλια κατά διαφόρων νόσων, τονίζοντας ότι ο εμβολιασμός γενικά αποτελεί μια πρακτική που είναι αποδεκτή από την κοινότητα αναφορικά με τα οφέλη που παρέχει για την πρόληψη νοσημάτων. Ωστόσο η συμπεριφορά των ανθρώπων για τα εμβόλια ποικίλει από την πλήρη αποδοχή μέχρι την άρνηση όλων των εμβολίων.
Η διστακτικότητα για εμβολιασμό (vaccine hesitancy) περιλαμβάνει το φάσμα συμπεριφορών μεταξύ των ατόμων που επιδεικνύουν μερική αποδοχή των εμβολίων μέχρι αυτών που αρνούνται πλήρως όλες τις πρακτικές. Η ομάδα με διστακτικότητα για εμβολιασμό είναι εξαιρετικά ετερογενής και περιλαμβάνει άτομα που εμβολιάζονται αλλά δεν πραγματοποιούν όλα τα συστηνόμενα εμβόλια μέχρι τα άτομα που δηλώνουν πλήρη άρνηση. Σύμφωνα με τον ΠΟΥ, η διστακτικότητα για εμβολιασμό ορίζεται ως μειωμένη αποδοχή ή άρνηση για ασφαλή εμβόλια παρά την επαρκή διαθεσιμότητά τους.
Για ποιος λόγους δεν εμβολιάζονται
Οι παράγοντες που σχετίζονται με τη διστακτικότητα για εμβολιασμό είναι σύνθετοι και ποικίλουν ανά πληθυσμό. Οι σημαντικότεροι παράγοντες περιλαμβάνουν:
την έλλειψη εμπιστοσύνης,
τον φόβο απέναντι στο εμβόλιο,
τις ψευδείς ειδήσεις αναφορικά με ανεπιθύμητες ενέργειες, -το κοινωνικό περιβάλλον,
το μορφωτικό επίπεδο,
τη δυσκολία ή αδυναμία πρόσβασης σε υπηρεσίες εμβολιασμού,
άλλοι κοινωνικοοικονομικοί παράγοντες.
Η μελέτη: Οι νέοι και γυναίκες είναι περισσότερο διστακτικοί απέναντι στα εμβόλια του COVID-19
Σε μελέτη, που πραγματοποιήθηκε στην Ελλάδα κατά την περίοδο Νοεμβρίου 2020-Ιούνιο 2021, αναφορικά με τη διστακτικότητα απέναντι στα εμβόλια έναντι του COVID-19, τα αποτελέσματα έδειξαν πως η ηλικία αποτελεί έναν ακόμη προγνωστικό παράγοντα.
Τα νεότερα άτομα παρουσίασαν μεγαλύτερη διστακτικότητα απέναντι στα εμβόλια σε σχέση με άτομα ηλικίας >65 ετών. Αναφορικά με το φύλο, η μελέτη έδειξε πως οι γυναίκες ήταν περισσότερο διστακτικές απέναντι στα εμβόλια και ιδιαίτερα αν είχαν παιδί ηλικίας ≤12 ετών.
Μεγαλύτερη διστακτικότητα παρουσίασαν, επίσης, τα άτομα με χαμηλό μορφωτικό επίπεδο σε σχέση με εκείνα με υψηλότερο.
Η πανδημία COVID-19 ανέδειξε ότι η κυκλοφορία ψευδών ή μη αξιόπιστων πληροφοριών και ειδήσεων, κάτι που παρατηρείται ιδιαίτερα στο διαδίκτυο και στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, μπορεί να προκαλέσει σύγχυση στην κοινότητα και έλλειμα εμπιστοσύνης στα εμβόλια αλλά και στην επιστήμη γενικότερα.
Αξίζει να σημειωθεί πως οι επαγγελματίες υγείας θεωρούνται ως η πλέον αξιόπιστη πηγή ενημέρωσης για τον εμβολιασμό, γι’ αυτό και είναι κρίσιμος ο ρόλος τους στην ενίσχυση της πειθούς της κοινότητας για τα εμβόλια. Παράλληλα μια σημαντική παράμετρος που καθορίζει το βαθμό διστακτικότητας για εμβολιασμό είναι οι συνθήκες που επικρατούν και, γενικότερα, αν βρισκόμαστε σε περίοδο υγειονομικής κρίσης.
Σε διαστήματα υψηλού κινδύνου για σοβαρή νόσο και απουσία άλλων μέσων πρόληψης ή αντιμετώπισης, η αποδοχή για το εμβόλιο αυξάνει, ενώ αντίθετα όταν ο κίνδυνος είναι χαμηλότερος, η στάση της κοινότητας απέναντι στο εμβόλιο διαφέρει. Η διστακτικότητα για εμβολιασμό αποτελεί ένα κρίσιμο θέμα δημόσιας υγείας που χρήζει μελέτης και παρεμβάσεων παγκοσμίως για την προάσπιση της υγείας των πληθυσμών.
Διαβάστε επίσης
Καρκίνος του μαστού: Πρωτοποριακό πρόγραμμα διασύνδεσης των νοσοκομείων Λέρου και «Αλεξάνδρα»
Φυματίωση: Το «χτικιό» απειλεί ξανά την ανθρωπότητα – Ραγδαία αύξηση των κρουσμάτων στην Ελλάδα
ΥΓΕΙΑ | topontiki.gr