Ολοένα και περισσότερες έρευνες υποδηλώνουν μια πιθανή σχέση μεταξύ της μόλυνσης με τον ιό των ανθρώπινων θηλωμάτων (HPV) με την ανδρική υπογονιμότητα. Μάλιστα πρόσφατη έρευνα στο επιστημονικό περιοδικό Frontiers in Cellular and Infection Microbiology χαρακτηρίζει τον HPV ως μεγάλη απειλή για το σπέρμα.
Ο ιός των ανθρώπινων θηλωμάτων (HPV) είναι κυρίως γνωστός για τον καρκίνο του τραχήλου της μήτρας και μιας σειράς άλλων καρκίνων των γεννητικών οργάνων και των δυο φύλων, ωστόσο το παραπάνω συμπέρασμα που αφορά τη γονιμότητα, φαίνεται να έχει ανησυχήσει ιδιαίτερα τους ειδικούς.
Ωστόσο μελέτες έχουν καταδείξει την παρουσία DNA του HPV στο σπέρμα, γεγονός που υποδηλώνει ότι ο ιός μπορεί να μολύνει τα κύτταρά του. Αυτή η αλληλεπίδραση θα μπορούσε να οδηγήσει σε κατακερματισμό του DNA, μειωμένη κινητικότητα και μη φυσιολογική μορφολογία, τα οποία μπορούν να επηρεάσουν τη γονιμοποίηση. Ο HPV μπορεί, επίσης, να προκαλέσει οξειδωτικό στρες στο σπέρμα, προκαλώντας περαιτέρω βλάβη στο DNA του και μειώνοντας τη βιωσιμότητά του.
«Ο μεγάλος αριθμός υπογόνιμων ζευγαριών που στρέφονται στις τεχνολογίες υποβοηθούμενης αναπαραγωγής έχει καταστήσει επιτακτική την ανάγκη για αναζήτηση και κατανόηση των αιτιών της αδυναμίας τεκνοποίησης. Προβλήματα στην αναπαραγωγική υγεία των ανδρών ευθύνονται για το 50% των περιπτώσεων. Πρόκειται για ένα σύνθετο ζήτημα που επηρεάζεται από πολλούς περιβαλλοντικούς και παθολογικούς παράγοντες. Τα τελευταία χρόνια ερευνάται ο ρόλος των σεξουαλικά μεταδιδόμενων λοιμώξεων», σημειώνει ο Χειρουργός Ανδρολόγος Ουρολόγος δρ Αναστάσιος Λιβάνιος.
«Πολλές μελέτες έχουν επικεντρωθεί στον HPV, εξαιτίας του επιπολασμού του, δεδομένου ότι ο κίνδυνος μόλυνσης από τον συγκεκριμένο ιό τουλάχιστον μία φορά στη ζωή είναι περίπου 80% για κάθε σεξουαλικά ενεργό άτομο. Από τους 200 διαφορετικούς γονότυπους (στελέχη), οι 12 θεωρούνται υψηλού κινδύνου λόγω της πιθανότητας ανάπτυξης νεοπλασματικών βλαβών. Ήδη έχει βρεθεί ότι η λοίμωξη από αυτόν έχει συνδεθεί με χαμηλότερα ποσοστά εγκυμοσύνης χωρίς υποβοήθηση, φτωχά αναπαραγωγικά αποτελέσματα και υψηλότερα ποσοστά αποβολών στις τεχνολογίες υποβοηθούμενης αναπαραγωγής», προσθέτει.
Η μελέτη
Στην πρόσφατη μελέτη που δημοσιεύθηκε στο Frontiers in Cellular and Infection Microbiology Αργεντινοί ερευνητές μελέτησαν δείγματα εκσπερμάτωσης ανδρών μέσης ηλικίας 35 ετών, κανένας από τους οποίους δεν είχε εμβολιαστεί για τον HPV.
Το 19% των συμμετεχόντων βρέθηκαν θετικοί στον ιό. Το 20% αυτών είχαν μολυνθεί από υψηλού κινδύνου στελέχη. Μετά από προσεκτική μελέτη με εξαιρετικά ευαίσθητα μηχανήματα, βρήκαν ενδείξεις που δείχνουν πώς τα υψηλού κινδύνου στελέχη HPV επηρεάζουν την ανδρική γονιμότητα.
Τα ευρήματα
Συγκεκριμένα, το σπέρμα της ομάδας αυτής είχαν χαμηλότερο επίπεδο ορισμένων ανοσοκυττάρων, υποδηλώνοντας ότι ο ιός είχε παρεμποδίσει την ικανότητα του σώματος να τον καταπολεμήσει. Αυτή η καταστολή των κυττάρων του ανοσοποιητικού μπορεί επίσης να είχε αυξήσει τον κίνδυνο για άλλες λοιμώξεις που θα μπορούσαν να θέσουν σε κίνδυνο περαιτέρω την ικανότητα των ανδρών να αποκτήσουν απογόνους.
Επιπλέον, υπήρχαν στοιχεία ότι το σπέρμα των ανδρών με HPV υψηλού κινδύνου υπέστη βλάβη, λόγω οξειδωτικού στρες. Αυτό θα μπορούσε να εξηγήσει γιατί είχαν υψηλότερο επίπεδο νεκρών σπερματοζωαρίων συγκριτικά με εκείνους χωρίς τον ιό.
Μια ανασκόπηση 50 μελετών που πραγματοποιήθηκε το 2020, έδειξε ότι το 21% των υπογόνιμων ανδρών είχαν σπέρμα θετικό στον HPV, σε σύγκριση με το 8% στον γενικό ανδρικό πληθυσμό. Ακόμη και μετά τον υπολογισμό της γυναικείας υπογονιμότητας, οι άνδρες με HPV στο σπέρμα τους είχαν τρεις φορές περισσότερες πιθανότητες να είναι υπογόνιμοι από εκείνους που δεν είχαν τον ιό. Ωστόσο χρειάζεται να πραγματοποιηθούν και άλλες μελέτες.
Σωτήριος ο εμβολιασμός
Το ενθαρρυντικό είναι ότι τα δεδομένα δείχνουν ότι ο εμβολιασμός κατά του HPV σε υπογόνιμους άνδρες με ενεργή λοίμωξη από τον ιό μπορεί να τους βοηθήσει να «κοιμίσουν» τον ιό πιο γρήγορα και ενδεχομένως να βελτιώσουν τις πιθανότητές τους να αποκτήσουν παιδιά.
Για τους υπογόνιμους άνδρες η θεραπεία εξαρτάται από την αιτία που την προκαλεί και περιλαμβάνει από τροποποιήσεις στον τρόπο ζωής έως τεχνικές υποβοηθούμενης αναπαραγωγής, όπως η GIFT (ενδοσαλπιγγική μεταφορά γαμετών) και η επαναστατική μικρο-γονιμοποίηση (ICSI). Η τελευταία χρησιμοποιείται όταν η ποιότητα του σπέρματος είναι κακή ή όταν άλλες τεχνικές έχουν αποτύχει. Ο καινοτόμος χαρακτήρας της έγκειται στην ανάγκη ενός και μόνο βιώσιμου σπερματοζωαρίου για τη γονιμοποίηση, έναντι πολλών εκατοντάδων χιλιάδων που απαιτούνται στην εξωσωματική γονιμοποίηση», καταλήγει ο δρ Λιβάνιος.
Διαβάστε επίσης: