Η μεγαλύτερη μερίδα του πολιτικού κόσμου νιώθει την ανάγκη να αναφωνήσει «ο νεκρός δεδικαίωται» και να στηρίξει (εκ των υστέρων) τις βασικές επιλογές του Κώστα Σημίτη που καθόρισαν την πορεία της χώρας.
Αυτή η μετά θάνατον αποθέωση του Κώστα Σημίτη δεν είναι αδικαιολόγητη, καθώς η συγκυρία υποχρέωσε τον μακροβιότερο πρωθυπουργό της μεταπολίτευσης να κάνει επιλογές οι οποίες διαμόρφωσαν τη φυσιογνωμία αλλά και τα προβλήματα της χώρας.
Το πολιτικό σύστημα, λοιπόν, ειδικότερα τα κόμματα που κυβέρνησαν, κυβερνούν και φιλοδοξούν να κυβερνήσουν και πάλι, δεν έχει κανένα περιθώριο αμφισβήτησης των επιλογών των κυβερνήσεων Σημίτη, ο οποίος:
Έβαλε τη χώρα στην ΟΝΕ, έστω κι αν μαγείρεψε, πληρώνοντας χοντρά μάλιστα (Goldman Sachs), τα δημοσιονομικά στοιχεία.
Πλήρωσε τον «κούκο αηδόνι» για τα μεγάλα ολυμπιακά και άλλα έργα υποδομών.
Υλοποίησε το μεγαλύτερο, μέχρι τότε, εξοπλιστικό πρόγραμμα για τις Ένοπλες Δυνάμεις.
Τα επιτεύγματα
Τα δύο πρώτα σημιτικά «επιτεύγματα», δηλαδή η ένταξη της χώρας στον σκληρό πυρήνα της Ε.Ε. και τη ζώνη του ευρώ καθώς και η υλοποίηση των μεγάλων έργων υποδομής, υπήρξαν σαφείς επιλογές του αείμνηστου, ενταγμένες στο εκσυγχρονιστικό του όραμα για μια Ελλάδα – δορυφόρο της γερμανικής παντοδύναμης τότε ευρωπαϊκής ατμομηχανής.
Παρά την πρόωρη παρακμή της γερμανικής ισχύος και την κατάρρευση των οραμάτων για μια ισχυρή Ε.Ε., το ελληνικό πολιτικό σύστημα εξακολουθεί να υπογραμμίζει τη σημασία της συμμετοχής της χώρας στην ΟΝΕ, δηλαδή να υπερασπίζεται την επιλογή του Σημίτη.
Το ίδιο ισχύει και για τα μεγάλα έργα που άλλαξαν την εικόνα της χώρας, κάτι που, ωστόσο, ήταν απαραίτητη προϋπόθεση τόσο για να αναλάβει η χώρα τους Ολυμπιακούς Αγώνες όσο και για να γίνει δεκτή στην ΟΝΕ
Όλα αυτά συνθέτουν, θα μπορούσε κάποιος να πει, το πλαίσιο της πολιτικής συναίνεσης μεταξύ των δυνάμεων που βλέπουν τη χώρα απόλυτα ενταγμένη και προσαρμοσμένη στο σύστημα (ή τις οδηγίες και απαιτήσεις) των ισχυρών της φίλων και εταίρων.
Αυτή υπήρξε άλλωστε και η «λογική» του αείμνηστου και μακροβιότερου μέχρι τώρα πρωθυπουργού της μεταπολίτευσης.
«Ευχαριστούμε τις ΗΠΑ»
Ωστόσο, ο Σημίτης υποχρεώθηκε να κινηθεί και σε «μονοπάτια» αχαρτογράφητα γι’ αυτόν, πριν καλά – καλά αναλάβει την εξουσία.
Δεν πέρασε πολύς χρόνος από τη «βέβηλη» πράξη της καταψήφισης των αμυντικών δαπανών – και μάλιστα στον προϋπολογισμό του κόμματος στο οποίο ήταν ιδρυτικό μέλος – και ο Κώστας Σημίτης, ως πρωθυπουργός πια, ανέλαβε να υλοποιήσει το μεγαλύτερο (μέχρι εκείνη την εποχή) εξοπλιστικό πρόγραμμα της χώρας.
Είχε μεσολαβήσει η περιπετειώδης διαδοχή του ασθενούς Ανδρέα Παπανδρέου (με τις ψήφους της Κοινοβουλευτικής Ομάδας), η κρίση των Ιμίων, η ανάληψη της προεδρίας του ΠΑΣΟΚ (σε μια μεγάλη μάχη στο συνέδριο του κόμματος) και η νίκη στις εκλογές το καλοκαίρι του 1996.
Ο Σημίτης (και ο ευρωπαϊκός του φιλογερμανικός προσανατολισμός) δέχθηκε ισχυρότατο πλήγμα με τις πρώτες μέρες (στην κυριολεξία) της πρωθυπουργίας του, όταν συνειδητοποίησε πως η μόνη δύναμη που στέκει ανάμεσα στην Ελλάδα και την Τουρκία δεν είναι ούτε η Ε.Ε. ούτε η Γερμανία ούτε καν το ΝΑΤΟ, αλλά οι Ηνωμένες Πολιτείες.
Αυτήν την ανώμαλη προσγείωση του Κώστα Σημίτη στη διεθνή πραγματικότητα περιγράφει το περίφημο «ευχαριστούμε τις ΗΠΑ» που εκστόμισε από το βήμα της Βουλής ακριβώς μετά την ελληνοτουρκική εμπλοκή στα Ίμια, που δεν εξελίχθηκε σε θερμή αναμέτρηση μόνο χάρη στην αμερικανική παρέμβαση.
Ο εκσυγχρονισμός που ευαγγελιζόταν, κατανόησε με οδυνηρό τρόπο ο Σημίτης, θα μπορούσε να προχωρήσει μόνο αν η χώρα δεν αμφισβητούσε τους «δεσμούς» με την Ουάσιγκτον.
Η αμερικανική διπλωματική εμπλοκή προσέφερε στον Σημίτη μια «αναίμακτη» διέξοδο από την κρίση των Ιμίων. Ωστόσο το τίμημα της αποφυγής του πολέμου και της αμερικανικής ανάμειξης είναι, όπως αποδεικνύεται με το πέρασμα του χρόνου, τεράστιο και καταβάλλεται μέχρι και τώρα.
Το αμπαλάζ της «διεξόδου» από την κρίση των Ιμίων ετοίμασε η αμερικανική διπλωματία. Πρόκειται για το κείμενο (Συμφωνία της Μαδρίτης) με το οποίο έγιναν απτά τα κέρδη που πέτυχε η Τουρκία με την κρίση των Ιμίων.
Σε αυτό το κείμενο η Ελλάδα για πρώτη φορά αναγνώρισε την ύπαρξη ζωτικών τουρκικών συμφερόντων στο Αιγαίο, αποδεχόμενη, με άλλα λόγια, την επιχειρηματολογία της Άγκυρας, σύμφωνα με την οποία στο Αιγαίο υπάρχουν νησιά, νησίδες και βραχονησίδες των οποίων το καθεστώς δεν διευκρινίζεται από τις συνθήκες. Ανάμεσα σε αυτά τα νησιά είναι τα Ίμια, καθώς και πάνω από 100 ακόμη, κάποια από τα οποία είναι κατοικημένα (από Έλληνες, προφανώς).
Είναι περιττό να σημειωθεί ότι το «επίτευγμα» Σημίτη (η Συμφωνία της Μαδρίτης) ακολουθεί ακόμη ως ανυπόφορο βάρος κάθε διπλωματική προσπάθεια διευθέτησης των ελληνοτουρκικών.
Αυτό που ωστόσο θα πρέπει να υπογραμμιστεί είναι πως αμέσως μετά τα Ίμια και τη Συμφωνία της Μαδρίτης (έναν χρόνο αργότερα, 1997) οι κυβερνήσεις Σημίτη κατέβαλλαν ασύλληπτα ποσά σε αμερικανικές και γερμανικές πολεμικές βιομηχανίες, καθώς και σε άλλα «ευαγή» ιδρύματα, προκειμένου να ευοδωθεί (και) ο στόχος της ένταξης της χώρας στον σκληρό πυρήνα της Ε.Ε. (ευρώ).
Για κάτι που επίσης οι «οπαδοί» του θα θυμούνται τον Κώστα Σημίτη είναι η ένταξη της Κύπρου στην Ε.Ε. Αυτό, ενδεχομένως, θα μπορούσε να θεωρηθεί διπλωματική επιτυχία, καθώς οι κυβερνήσεις Σημίτη πέτυχαν να ενσωματώσουν ένα διεθνές πρόβλημα (το Κυπριακό) στις διαδικασίες της Ε.Ε. Εκ του αποτελέσματος, ωστόσο, μπορεί να συμπεράνει κανείς πως, παρά την ένταξη της Κύπρου στην Ε.Ε., το Κυπριακό όχι μόνο παραμένει άλυτο, αλλά η πιθανότερη «διευθέτησή» του στο κοντινό μέλλον είναι η «νομιμοποίηση» της διχοτόμησης του νησιού…
Διαβάστε επίσης:
Μητσοτάκης στο υπουργικό: Η Ελλάδα χώρα σταθερότητας σε ασταθή κόσμο (video)
Κόντρα Θεοδωρικάκου – Αποστολάκη για τα ασφάλιστρα υγείας
ΠΟΛΙΤΙΚΗ | topontiki.gr