Τον επόμενο μήνα θα δημοπρατηθούν για πρώτη φορά σαράντα έργα από την ιδιωτική συλλογή του Ρόι Λίχτενστάϊν, ενός από τους πρωτοπόρους της ποπ αρτ. Η συλλογή, η οποία περιλαμβάνει πίνακες ζωγραφικής μέχρι χαρακτικά, καλύπτει τέσσερις δεκαετίες της καριέρας του καλλιτέχνη, ενώ παράλληλα αντικατοπτρίζει -μεταξύ άλλων- τη στροφή από τον εξπρεσιονισμό στην ποπ αρτ τη δεκαετία του ’60, την εξερεύνηση της μοντέρνας τέχνης τη δεκαετία του ’70, καθώς και τα γυμνά του από τη δεκαετία του ’90.
Πιο συγκεκριμένα, θα δημοπρατηθούν οι πίνακες Reflections: Art (1988) με εκτίμηση από 4 έως 6 εκατομμύρια δολάρια, το ξύλινο γλυπτό Woman: Sunlight, Moonlight (1996) επίσης με εκτίμηση από 4 έως 6 εκατομμύρια δολάρια, και ο πίνακας Stretcher Frame with Cross Bars III (1968) με εκτίμηση από 2,5 έως 3,5 εκατομμύρια δολάρια.
Αξίζει να σημειωθεί ότι η συλλογή περιλαμβάνει μια έκδοση του γλυπτού Bonsai tree του Λίχτενσταϊν του 1993, το οποίο έχει κάνει μονάχα μια φορά την εμφάνιση του σε δημοπρασία, σύμφωνα με το Artnet. Στις 18 Νοεμβρίου 1997, ο οίκος Christie’s πούλησε την πέμπτη έκδοση (από τις έξι) για 250.000 ευρώ.
«Είναι πολύ συναρπαστικό το γεγονός ότι μπορούμε να φέρουμε αυτό το γλυπτό σε δημοπρασία[…]νομίζω ότι πρόκειται για ένα εκπληκτικό έργο», δήλωσε στο ARTnews ο αντιπρόεδρος του Sotheby’s και επικεφαλής της σύγχρονης τέχνης Ντέιβιντ Γκαλπέριν.
«Είναι ο χειρότερος καλλιτέχνης στις ΗΠΑ;»
Η συλλογή, η οποία βγαίνει σε δημοπρασία από τον διάσημο οίκο Sotheby’s, αναμένεται να αποφέρει περισσότερα από 30 εκατομμύρια ευρώ. Αρκετά από τα έργα προέρχονται από το σπίτι του Λίχτενστάϊν στη Νέα Υόρκη, όπου ο καλλιτέχνης δημιούργησε μερικά από τα σημαντικότερα έργα του.
Ο Ρόι Λίχτενστάϊν γεννήθηκε στη Νέα Υόρκη το 1923 και παρακολούθησε μαθήματα στο Art Students League της Νέας Υόρκης, ενώ αργότερα, ολοκλήρωσε το πτυχίο του στο τμήμα Καλών Τεχνών στο Ohio State University, όπου δίδαξε επίσης τέχνη.
Ωστόσο, δεν εκτιμούσαν όλοι την τέχνη του. Ένας διαβόητος τίτλος του περιοδικού Life το 1964 έθετε το ερώτημα: «Είναι ο χειρότερος καλλιτέχνης στις ΗΠΑ;», ενώ άλλοι τον επέκριναν για το γεγονός ότι δεν έδινε τα απαραίτητα εύσημα στους καλλιτέχνες κόμικς που τον ενέπνευσαν.
Τεράστιο ενδιαφέρον σε παγκόσμιο επίπεδο
Το 1968, ο Ρόι Λίχτενστάϊν παντρεύτηκε την Ντόροθι Χέρτσκα, διευθύντρια της γκαλερί Paul Bianchini στο Μανχάταν. Έγινε φιλάνθρωπος και, μετά το θάνατο του συζύγου της, πρόεδρος του Ιδρύματος Ρόι Λίχτενσταϊν.
Μιλώντας για το έργο του πατέρα του, ο Μίτσελ Λίχτενσταϊν δήλωσε: «Αυτό που εκτιμώ περισσότερο είναι η αίσθηση του χιούμορ που εμπεριέχεται σε όλα αυτά».
Η δημοπρασία της συλλογής των Ντόροθι και Ρόι Λίχτενσταϊν ακολουθεί την επιτυχημένη πώληση έντεκα έργων του Λίχτενσταϊν στον οίκο Sotheby’s τον Νοέμβριο, με δέκα από αυτά τα έργα να πωλούνται πάνω από τις εκτιμήσεις τους και τις συνολικές πωλήσεις να ανέρχονται σε σχεδόν 20 εκατομμύρια ευρώ.
«Αυτό ήταν απλώς η απόδειξη αυτού που ήδη γνωρίζουμε, δηλαδή ότι υπάρχει τεράστιος ενθουσιασμός και ενδιαφέρον για το έργο του σε παγκόσμιο επίπεδο», δήλωσε στο Artnet o Γκαλπέριν.
*Με πληροφορίες από: Guardian | Artnet