Αν κάποιος θέλει να μάθει γιατί η Ουκρανία αρνήθηκε να ανανεώσει τη συμφωνία με τη Ρωσία για τη διαμετακόμιση φυσικού αερίου από τα εδάφη της σε χώρες της δυτικής Ευρώπης, δεν χρειάζεται να ψάξει πολύ.
Μιλώντας για το τέλος της συμφωνίας, ο Ουκρανός πρόεδρος, Βολοντίμιρ Ζελένσκι, δήλωσε ότι «όταν ο Πούτιν ανέλαβε την εξουσία στη Ρωσία πριν από 25 χρόνια, οι ετήσιες εξαγωγές φυσικού αερίου μέσω της Ουκρανίας προς την Ευρώπη ξεπερνούσε τα 130 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα. Σήμερα, η διέλευση του ρωσικού φυσικού αερίου είναι 0. Αυτή είναι μία από τις μεγαλύτερες ήττες της Μόσχας», επισημαίνοντας ότι «η μετατροπή της ενέργειας σε όπλο και ο κυνικός ενεργειακός εκβιασμός των εταίρων είναι αυτό που στέρησε από τη Ρωσία την πιο ελκυστική και γεωγραφικά προσβάσιμη αγορά της».
Ο Ουκρανός πρόεδρος υποστήριξε ότι οι περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες «προσαρμόστηκαν» στον τερματισμό της ρωσικής διαμετακόμισης φυσικού αερίου, προσθέτοντας ότι κοινό καθήκον των συμμάχων είναι τώρα να υποστηρίξουν τη Μολδαβία, που εξαρτάται από τις ρωσικές προμήθειες, στον ενεργειακό μετασχηματισμό της. Εκτίμησε, δε, ότι οι προμήθειες φυσικού αερίου από τις ΗΠΑ και άλλους εταίρους θα καταστήσουν τις τιμές της αγοράς ενέργειας πιο ευνοϊκές.
Με απλά λόγια, ο Ζελένσκι πανηγυρίζει, καθώς η Ρωσία χάνει μια ακόμα πηγή εισοδήματος για να χρηματοδοτήσει τις πολεμικές επιχείρησεις κατά της Ουκρανίας. Και, αντικειμενικά, έχει δίκιο, καθώς κάθε φορά που η Ευρώπη αποκόπτει ένα κομμάτι της ενεργειακής της εξάρτησης από τη Μόσχα, το Κρεμλίνο χάνει και οικονομικά, αλλά και σε δυνατότητα πολιτικής επιρροής και μόχλευσης υπέρ των συμφερόντων του.
Από την άλλη, ωστόσο, και με δεδομένη την αστάθεια που παρατηρείται τα τελευταία χρόνια στην αγορά ενέργειας, η διακοπή εξαγωγών ρωσικού φυσικού αερίου προς την Ευρώπη ήδη αρχίζει να προκαλεί άνοδο της τιμής του στις διεθνείς αγορές, όπερ σημαίνει ότι μέσα στην καρδιά του χειμώνα το κόστος της ενέργειας αυξάνεται και η αύξηση αυτή έρχεται να προστεθεί στις ήδη μεγάλες επιβαρύνσεις που έχουν υποστεί τα τελευταία χρόνια οι προϋπολογισμοί των νοικοκυριών στη γηραιά ήπειρο, λόγω πληθωρισμού.
Αφήνοντας στην άκρη τις απειλές του – φιλορώσου – Σλοβάκου πρωθυπουργού, Ρόμπερτ Φίτσο, για αντίποινα στην Ουκρανία (χωρίς αυτό να σημαίνει ότι αποκλείεται να τις κάνει πραγματικότητα), ουδείς αμφιβάλλει ότι μια νέα ενεργειακή κρίση θα προκαλέσει επιπλέον δυσφορία στους Ευρωπαίους και, ως εκ τούτου θα αυξήσει την πίεση προς τις ηγεσίες των χωρών τους για λύσεις – ακόμα και για τέλος του πολέμου στην Ουκρανία, έστω κι αν αυτό σημαίνει εδαφικές απώλειες για τη χώρα.
Όσον αφορά στην προμήθεια φυσικού αερίου, η Ευρώπη έχει στραφεί στις ΗΠΑ, το Κατάρ, το Αζερμπαϊτζάν και τη Νορβηγία, ωστόσο, το κόστος είναι μεγαλύτερο, ενώ και το LNG που έρχεται μέσω θαλάσσης με ειδικά πλοία είναι πιο «μπελαλίδικο» από την απλή μεταφορά αερίου μέσω αγωγών – και πιο κοστοβόρα. Ωστόσο, η γηραιά ήπειρος συνεχίζει να εισάγει ρωσικό αέριο: για παράδειγμα, η Ουγγαρία το λαμβάνει κυρίως μέσω του αγωγού TurkStream.
Πάντως, οι αναλυτές της αγοράς ενέργειας επισημαίνουν ότι ο πραγματικός κίνδυνος για την Ευρώπη και, εξ αντανακλάσεως για την Ουκρανία, είναι ότι μια ήδη «σφιχτή» και ακριβή αγορά (το φυσικό αέριο στην Ευρώπη πλέον κοστίζει σχεδόν τέσσερις φορές όσο στις ΗΠΑ) θα αναγκαστεί να αναζητήσει νέες πηγές τροφοδοσίας, κάτι που αναμένεται να αυξήσει εκ νέου το κόστος και – ταυτόχρονα – τη δυσφορία των πολιτών και τις πιέσεις προς τις κυβερνήσεις και τις Βρυξέλλες.
Διαβάστε επίσης
Καλιφόρνια: Συνετρίβη μικρό αεροσκάφος – Δυο νεκροί και 18 τραυματίες
ΚΟΣΜΟΣ | topontiki.gr