Οι κυτταρικές θεραπείες θα αποτελέσουν το νέο υπερόπλο των γιατρών έναντι αιματολογικών και άλλων καρκίνων, όπως τονίστηκε από έγκριτους επιστήμονες στο Στρογγυλό Τραπέζι ΙΙ: «Κυτταρικές θεραπείες στην Ελλάδα: Εμπόδια-Προοπτικές» του 9th Health Innovation Forum.
Ωστόσο το μεγάλο πρόβλημα είναι ότι αυτές οι θεραπείες είναι δυσθεώρητα κοστοβόρες και δυσβάσταχτες για τα συστήματα Υγείας, καθώς μπορεί να αγγίξουν και το μισό εκατομμύριο ευρώ η μια έγχυση, γεγονός που δεν αντέχει οικονομικά το ΕΣΥ.
Για το λόγο αυτό οι ειδικοί υποστηρίζουν ότι η Πολιτεία θα πρέπει να προσεγγίσει τα τρία υπάρχοντα Κέντρα στην Ελλάδα, ώστε να ενισχύσει την εγχώρια παραγωγή τους, προκειμένου να μειώσει στις 80 χιλιάδες ευρώ το κόστος κάθε έγχυσης. Με αυτόν τον τρόπο οι κυτταρικές θεραπείες θα φτάσουν στα χέρια των Ελλήνων γιατρών, που θα μπορέσουν με την σειρά τους, να αντιμετωπίσουν τον ολοένααυξανόμενο αριθμό ασθενών που τις χρειάζονται.
Τι είναι οι κυτταρικές θεραπείες
Τη σημασία της βούλησης της Πολιτείας προς ένα σημαντικό βήμα για το μέλλον της Ιατρικής και προς όφελος των ασθενών επεσήμανε και η Ιωάννα Σακελλάρη, Συντονίστρια Διευθύντρια του Αιματολογικού Τμήματος, Γ.Ν.Θ. Γ. Παπανικολάου. Προσφέροντας πολύτιμες πληροφορίες για τις εξελίξεις στην Ιατρική Αιχμής των Κυτταρικών Θεραπειών, η κ. Σακελλάρη αποσαφήνισε ότι πρόκειται για «ζωντανά φάρμακα, απότοκα της ανοσοθεραπείας».
Στη συνέχεια εξήγησε ότι «τα Τα-κύτταρα είναι οι Key players», αντιμετωπίζοντας για παράδειγμα λεμφώματα και ανθεκτικές λευχαιμίες. Σχετικά με τον μηχανισμό η κ. Σακελλάρη διευκρίνισε ότι με την τροποποίηση γονιδίων, γίνονται ενεργά κύτταρα που απενεργοποιεί ο καρκίνος, επιφέροντας την ίαση και μακρά επιβίωση σε ασθενείς που θα είχαν προσδόκιμο επιβίωσης πιθανότατα και έξι μηνών.
Οι θεραπείες αυτές εφαρμόζονται σε παιδιά, νεαρούς ενήλικες αλλά και σε μεγαλύτερες ηλικίες έως 75 έτη. Αξίζει να σημειωθεί ότι οι θεραπείες άρχισαν το 2020 στην Ελλάδα στην σκληρή εποχή του Covid που οι κλίνες στα νοσοκομεία ήταν πολύτιμες.
Αναθεώρηση του νομοθετικού πλαισίου
Ομόφωνα οι ομιλητές του πάνελ τόνισαν ότι χρειάζεται αναθεώρηση το νομοθετικό πλαίσιο και πρέπει να αξιοποιηθεί η δυνατότητα παραγωγής των θεραπειών στις υφιστάμενες Μονάδες, με πολύ μικρότερο κόστος από αυτό που θα πρέπει να δαπανήσει υπό άλλες συνθήκες το κράτος.
Με δεδομένο ότι οι θεραπείες αυτές έρχονται στην πρώτη γραμμή αντιμετώπισης, ενώ ταυτόχρονα διανοίγονται ορίζοντες για την αντιμετώπιση και άλλων παθήσεων (ρευματολογικών-νεφρολογικών) θα πρέπει να υπάρξει μέριμνα από την Πολιτεία, όπως τόνισε ο Αλέξανδρος Σπυριδωνίδης, MD, PhD, Καθηγητής Αιματολογίας, Δ/ντής Αιματολογίας, Μονάδος Μεταμόσχευσης Μυελού Οστών, Δ/ντής Ινστιτούτου Κυτταρικών Θεραπειών, GMP Lab – Δ/ντής Κέντρου Δοτών “ΚΕΔΜΟΠ-Χάρισε Ζωή”, Δ/ντής MSc “Cell and Gene Therapies” – Πανεπιστήμιο Πατρών – Δ/ντής, Ελληνική Δημόσια Τράπεζα (ΟπΑ) (Ι.ΙΒ.Ε.Α.Α.).
Μπορεί προς το παρόν να λύθηκε το πρόβλημα για ασθενείς σε περιφερειακά νοσοκομεία που δυσκολεύονταν να καλύψουν από τον προϋπολογισμό τους τις κοστοβόρες θεραπείες, αφού πλέον καλύπτονται κεντρικά, αλλά οι μελλοντικές ανάγκες θα φέρουν σε δυσχερή θέση τον κρατικό κορβανά.
Η στήριξη στις Μονάδες αποτελεί επιτακτική ανάγκη καθώς προς το παρόν παράγουν αυτές τις θεραπείες σε επίπεδο κλινικών μελετών, αλλά διαθέτουν πλέον τη τεχνογνωσία χάρη στην επένδυση στο ερευνητικό έργο. Άλλωστε ακόμη και τα εμπορικά διαθέσιμα φάρμακα παρέχονται από τα ίδια τα νοσοκομεία αφού τα συνοικιακά φαρμακεία δεν έχουν τις υποδομές να τα υποδεχθούν εξήγησε ο κ. Σπυριδωνίδης. Σαφώς δεν τίθεται θέμα ανταγωνισμού με τις φαρμακευτικές εταιρείες, καθώς η νομοθεσία όπως και στην υπόλοιπη Ευρώπη θα επιτρέπει την παραγωγή μόνο για την κάλυψη αναγκών των νοσηλευόμενων.
Τονίζοντας την σωτήρια διάσταση των εν λόγω θεραπειών σε παιδιατρικούς ασθενείς που δεν είχαν πιθανότητα επιβίωσης, ο Ευγένιος Γουσσέτης, Παιδίατρος Αιματολόγος – Ογκολόγος, Διευθυντής ΕΣΥ στη Μονάδα Μεταμόσχευσης Μυελού των Οστών, της Ογκολογικής Μονάδας Παίδων «Μαριάννα Βαρδή Βαρδινογιάννη – ΕΛΠΙΔΑ», Επιστημονικός Υπεύθυνος του Κέντρου Κυτταρικής και Γονιδιακής Θεραπείας, πρόσθεσε ότι ήδη γίνονται κλινικές δοκιμές σε ασθενείς με λευχαιμίες υψηλού κινδύνου στο εξωτερικό για συνδυασμό με χημειοθεραπεία και ενδεχομένως να αλλάξει αυτό το πρωτόκολλο τις ενδείξεις.
Το κόστος και τα οφέλη
Ειδικότερα για το ζήτημα του κόστους και τα οφέλη που θα εξοικονομήσει η Πολιτεία ο κ. Γουσσέτης περιέγραψε μεταξύ άλλων πως το κόστος μιας τέτοιας εμπορικά διαθέσιμης θεραπείας κυμαίνεται από 250-500 χιλιάδες η μια έγχυση! Συνεπώς τέτοια κόστη μπορεί να φέρουν ένα σύστημα Υγείας στα όρια των αντοχών του.
Μια παραγόμενη θεραπεία μέσα στις εξειδικευμένες Μονάδες που διαθέτει η χώρα μας, μπορεί να ρίξει τα κόστη στο 1/3 ή 1/5 των τωρινών δαπανών δηλ. στα 80.000 ευρώ.
Συνεπώς χρειάζεται νομοθετικό πλαίσιο και να αξιοποιηθούν τα τρία Κέντρα, με επένδυση σε υποδομές, επιστημονικό προσωπικό και μια στρατηγική για την δημιουργία ενός Ινστιτούτου με βάση τα υπάρχοντα Κέντρα, σύμφωνα με τον κ. Γουσσέτη.
Διαβάστε επίσης: