Η χλωρίωση του πόσιμου νερού σε επίπεδα που είναι συνηθισμένα στις Ηνωμένες Πολιτείες και την Ευρωπαϊκή Ένωση πιθανώς αυξάνει τον κίνδυνο εμφάνισης πολλών τύπων καρκίνου, σύμφωνα με μια νέα ανάλυση πρόσφατων ερευνών από όλο τον κόσμο. Αν και η διαδικασία χλωρίωσης είναι μια «φτηνή, αποτελεσματική και άμεσα διαθέσιμη» μέθοδος για τη θανάτωση οργανισμών και μολυσματικών ασθενειών, έχει και αρνητικές συνέπειες για την υγεία. Όπως σημείωσαν οι συγγραφείς της μελέτης, η χλωρίωση του νερού συνδέθηκε με αύξηση κατά 33% του κινδύνου εμφάνισης καρκίνου της ουροδόχου κύστης και του παχέος εντέρου (15%).
«Αυτό που βλέπουμε είναι ανησυχητικό και χρειαζόμαστε περισσότερες μελέτες υψηλής ποιότητας», δήλωσε η Έμιλι Χελτε, μία από τους επικεφαλής συγγραφείς από το Karolinska Institutet στη Σουηδία.
Η διαδικασία απολύμανσης του νερού είναι ένα ουσιώδες μέτρο δημόσιας υγείας που αύξησε δραματικά το προσδόκιμο ζωής όταν οι ΗΠΑ άρχισαν να χλωριώνουν το πόσιμο νερό στις αρχές του 1900. Η εν λόγω διαδικασία μείωσε σημαντικά τις μικροβιακές λοιμώξεις και τις ασθένειες που μεταδίδονται μέσω του νερού, όπως η χολέρα και ο τύφος.
Ωστόσο, τη δεκαετία του 1970 οι ερευνητές ανακάλυψαν ότι η διαδικασία είχε και αρνητικές συνέπειες. Όταν το χλώριο προστίθεται στο νερό, αντιδρά με οργανικές ενώσεις, όπως η αποσύνθεση φυτικών υλών, δημιουργώντας εκατοντάδες πιθανώς τοξικά παραπροϊόντα. Μερικά από τα πιο συνηθισμένα παραπροϊόντα, όπως: χλωροφόρμιο, βρωμοφόρμιο, βρωμοδιχλωρομεθάνιο και χλωροδιβρωμομεθάνιο, είναι γενοτοξικά και καρκινογόνα για τους αρουραίους.
Οι ΗΠΑ και η ΕΕ έχουν θέσει όρια για τα παραπροϊόντα αυτά στα 80 μέρη ανά δισεκατομμύριο (ppb) και 100 ppb, αντίστοιχα, αλλά η νέα έρευνα δείχνει αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου ακόμη και σε επίπεδα τόσο χαμηλά όσο 40 ppb. Η Υπηρεσία Περιβαλλοντικής Προστασίας των ΗΠΑ αναφέρει ότι τα επίπεδα κυμαίνονται συνήθως μεταξύ 40 και 60ppb, ενώ η μη κερδοσκοπική οργάνωση Environmental Working Group εκτιμά το ασφαλές επίπεδο σε 0,15 ppb.
Η νέα μελέτη εξέτασε δεδομένα από περίπου 30 μελέτες και 90.000 συμμετέχοντες, και διαπίστωσε πως οι άνδρες διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο από ό,τι οι γυναίκες. Οι ερευνητές εξέτασαν μόνο τις επιπτώσεις στην ουροδόχο κύστη και το παχύ έντερο, καθώς υπάρχει έλλειψη ερευνών για άλλους τύπους καρκίνου. Οι ερευνητές δεν είναι σίγουροι γιατί τα χημικά φαίνεται να στοχεύουν πιο συχνά το παχύ έντερο και την ουροδόχο κύστη, δήλωσε η Χέλτε.
Το πρόβλημα αυτό αποτελεί πρόκληση για τις ρυθμιστικές αρχές. Τα επιφανειακά ύδατα έχουν συνήθως υψηλότερα επίπεδα THM από τα υπόγεια ύδατα, επειδή εμπεριέχουν περισσότερους οργανισμούς και οργανική ύλη με την οποία αντιδρούν τα απολυμαντικά. Οι εταιρείες ύδρευσης θα μπορούσαν να καθαρίσουν μέρος της οργανικής ύλης από το νερό πριν την απολύμανση, και θα μπορούσαν ενδεχομένως να μειώσουν την ποσότητα του χλωρίου που προστίθεται, αλλά είναι πραγματικά σημαντικό να χρησιμοποιούμε αρκετό απολυμαντικό» τονίζει η Χέλτε.
Εναλλακτικές λύσεις, όπως η απολύμανση του νερού με υπεριώδες φως ή η εγκατάσταση νέων συστημάτων φίλτρανσης, είναι επίσης δυνατές, αλλά δαπανηρές, πρόσθεσε η ερευνήτρια. Η Χέλτε τόνισε επίσης ότι οι άνθρωποι θα πρέπει να συνεχίσουν να πίνουν το δημοτικό νερό. Ο κοκκώδης ενεργός άνθρακας είναι από τα καλύτερα συστήματα φιλτραρίσματος που μπορούν να χρησιμοποιηθούν στο σπίτι για την απομάκρυνση των παραπροϊόντων (THM), τα οποία βρίσκονται σχεδόν σε όλα τα δημόσια συστήματα πόσιμου νερού στις ΗΠΑ και την ΕΕ.
ΠΗΓΗ: Guardian
www.ertnews.gr