Ένας γενικός οικογενειακός γιατρός θεωρείται ικανός να αντιμετωπίσει καταστάσεις υψίστης επικινδυνότητας στα ΤΕΠ, αλλά αντιμετωπίζεται ως μη ικανός να παρακολουθήσει το ίδιο νόσημα στο τακτικό του ιατρείο, εφόσον δεν του επιτρέπεται να χορηγεί την χρόνια αγωγή που χρειάζεται ο ασθενής του.
Με το παραπάνω ενδεικτικό παράδειγμα η Πανελλήνια Επαγγελματική Ένωση Γενικής Οικογενειακής Ιατρικής, περιγράφει τους περιορισμούς που υφίστανται οι Γενικοί Οικογενειακοί Γιατροί, με αφορμή τον εορτασμό της παγκόσμιας ημέρας Οικογενειακού Ιατρού.
Σύμφωνα με την ένωση οι περιορισμοί που υφίστανται οι ΓΟΙ είναι ποικίλοι και συμβαίνουν σε πολλά επίπεδα όπως:
Περιορισμοί στη συνταγογράφηση παραπεμπτικών για φυσικοθεραπείες, επιθέματα κ.ά.
Απουσία εκπροσώπησης της ειδικότητας στις επιτροπές διαγνωστικών και θεραπευτικών πρωτοκόλλων συνταγογράφησης. Συνέπεια είναι να αποκλείονται συχνά από τη χορήγηση θεραπευτικών σκευασμάτων για την αντιμετώπιση χρόνιων νοσημάτων παρά το γεγονός ότι αυτά εμπίπτουν στο γνωστικό τους αντικείμενο.
Αποκλεισμός της ειδικότητάς από τη χορήγηση θεραπευτικών αγωγών για την αντιμετώπιση χρόνιων νοσημάτων, παρά το γεγονός ότι αυτά εμπίπτουν στο γνωστικό μας αντικείμενο. (Ενδεικτικό είναι το παράδειγμα που ανέφεραν παραπάνω).
«Τα κριτήρια αποκλεισμού δεν είναι επιστημονικά αλλά αποσκοπούν στον περιορισμό της φαρμακευτικής δαπάνης.» αναφέρει στην ανακοίνωση της η ένωση και συνεχίζει: «Έχουμε εξηγήσει πολλές φορές την αντίθεσή μας σε αυτήν τη λογική, πρωτίστως διότι η χορήγηση της ενδεδειγμένης φαρμακευτικής αγωγής είναι δικαίωμα όλων των πολιτών που την έχουν ανάγκη και δευτερευόντως διότι ο τρόπος περιορισμού της φαρμακευτικής δαπάνης παγκοσμίως δεν γίνεται με το περιορισμό και τον αποκλεισμό αλλά με την ενίσχυση της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας.»
Μάλιστα η ένωση τονίζει ότι αντί για την πολυπόθητη αυτή ενίσχυση, βιώνουν συχνά την απουσία κάθε σεβασμού στο επιστημονικό και κοινωνικό έργο, μέσω των υποχρεωτικών μετακινήσεών από το χώρο της ΠΦΥ σε άλλη υγειονομική βαθμίδα προκειμένου να καλύψουν, όπως υποστηρίζει η Ένωση, πρόσκαιρες ανάγκες του Εθνικού Συστήματος Υγείας.
Σημαντικοί περιορισμοί επίσης είναι:
Η απουσία ακαδημαϊκής έδρας της Γενικής Οικογενειακής Ιατρικής και ο αποκλεισμός από εξειδικεύσεις και μετεκπαιδεύσεις σε συνήθη χρόνια νοσήματα φανερώνουν μια παράλογη υποβάθμιση του επιστημονικού μας υπόβαθρου.
Η επιλογή της ειδικότητάς δεν μπορεί να βασιστεί σε ένα πρόσκαιρο οικονομικό κίνητρο και για το λόγο αυτό παρόμοιες τάχα δελεαστικές τακτικές είναι καταδικασμένες να αποτύχουν. Εάν η πολιτεία πράγματι ενδιαφέρεται να αυξήσει τον αριθμό των ΓΟΙ για τη στελέχωση της ΠΦΥ, τότε ας φροντίσει για την επιστημονική και κοινωνική καταξίωσή τους και όχι για την υποβάθμισή τους σε γραμματείς με ιατρικές γνώσεις.
Οι ΓΟΚ διαμαρτύρονται ότι οι προτάσεις και τα δίκαια αιτήματα αγνοούνται διαχρονικά. Μάλιστα στην περίπτωσή που προχωρούν κάποιες μεταρρυθμίσεις στο τέλος «προσαρμόζονται» στα δεδομένα του υπάρχοντος συστήματος χάνοντας μεγάλο μέρος της ουσίας τους, όπως αναφέρει η ενώση.
«Χαρακτηριστική περίπτωση είναι ο θεσμός του Οικογενειακού Ιατρού, ο οποίος έχασε αρχικά το όνομά του και ακολούθως χάνει μέρα με τη μέρα το ρόλο του, τείνοντας να καταλήξει «τροχονόμος» και όχι συντονιστής της ΠΦΥ.».
Η ένωση κάνει έκκληση για συνένωση δυνάμεων των Γενικών Οικογενειακών Γιατρών ώστε η ειδικότητά να αποκτήσει το ρόλο που της αρμόζει στο σύστημα υγείας και να αντιληφθεί και η Πολιτεία τον κομβικό ρόλο της ειδικότητας στις απαραίτητες μεταρρυθμίσεις για την υγεία.
Διαβάστε επίσης:
Τροφική αλλεργία: Ο καθημερινός τρόμος για τα παιδιά και τις οικογένειές τους