Τάσος Αυγεραντώνης
Μας πήρε και μας σήκωσε
Εκδόσεις: Κάκτος
Σελ.: 282
Πρωτότυπο και αξιοπρόσεκτο το λογοτεχνικό ντεμπούτο του Τάσου Αυγεραντώνη, ο οποίος μας συστήνεται μέσω των εκδόσεων Κάκτος με το «Μας πήρε και μας σήκωσε», το πρώτο του βήμα στην ελληνική πεζογραφία, ένα μυθιστόρημα σφιχτοδεμένο, οξυδερκές, ανατρεπτικό και απολαυστικό με μεγάλες δόσεις καλαίσθητου χιούμορ.
Ο ταλαντούχος Αυγεραντώνης σκάρωσε μια ανθρώπινη ιστορία που κινείται στα όρια μεταξύ του ρεαλισμού και του σουρεαλισμού, με άφθονο έξυπνο χιούμορ, ξεκαρδιστικές φαρμακερές ατάκες, ευτράπελα, με ρυθμό και μουσικότητα (ο συγγραφέας είναι και μουσικός, άρα καθόλου τυχαίος ο εκπληκτικός αφηγηματικός ρυθμός), με κέφι, με μπόλικη ψυχή, χωρίς να έχει κατά νου την εμπορικότητα, αλλά την ποιότητα.
Χωρίς ευκολίες και λογοτεχνικούς εντυπωσιασμούς, με καθαρότητα και γλαφυρότητα, με πρόζα άμεση και αφοπλιστική, ο Αυγεραντώνης δημιούργησε μια φαινομενικά απλή χιουμοριστική ιστορία που, σελίδα τη σελίδα, μετατρέπεται σε ένα ταξίδι, μακριά, πολύ μακριά, εκεί που δεν φτάνει του ανθρώπου ο νους, σε συλλογή εμπειριών, σε συναντήσεις με αγγέλους και δαίμονες, θύτες και θύματα, με τον εαυτό (τον φανερό και τον κρυμμένο), με το ψεύδος, την αυταπάτη και κυρίως με τη σκληρή αλήθεια και την παραδοχή της.
Η ιστορία ξεκινά και τελειώνει με μια ομπρέλα θαλάσσης που βρίσκεται πεταμένη και, με την πρώτη ματιά, δείχνει άχρηστη. Κρατά όμως έναν ρόλο – κλειδί στην εξέλιξη του μυθιστορήματος, καθώς γίνεται φίλος, συνταξιδιώτης, οδηγός, σανίδα σωτηρίας και από μηχανής θεός για τον πρωταγωνιστή, σε γη κι ουρανό.
Ο πρωταγωνιστής τού «Μας πήρε και μας σήκωσε» είναι ένας ογδοντάχρονος άντρας, ο Τιμόθεος ή «γέρος», όπως τον αποκαλεί ο συγγραφέας – αφηγητής της απίστευτης ιστορίας του.
Ο γέρος, λοιπόν, μια μέρα, μην έχοντας τι άλλο να κάνει, ανεβαίνει στην ταράτσα της πενταώροφης πολυκατοικίας όπου διαμένει και χαζεύει την πόλη από ψηλά και τελικά ανεβαίνει και ψηλότερα, σκαρφαλώνοντας στα κεραμίδια της αποθήκης της ταράτσας, μέχρι που ψάχνει να βρει με ποιον τρόπο θα κατέβει ξανά από εκεί. Γύρω στα κεραμίδια υπάρχουν πεταμένα σκουπίδια, μικροαντικείμενα, υπάρχει και μια πεταμένη ομπρέλα θαλάσσης. Ο γέρος από περιέργεια ανοίγει την ομπρέλα να δει αν δουλεύει και τότε συμβαίνει το εξής παράξενο: πιάνει ένας αέρας μανιασμένος που παρασέρνει με την ταχύτητά του τον γέρο Τιμόθεο. Εκείνος πιάνεται από τη λαβή της ομπρέλας πανικόβλητος. Η ομπρέλα πετάει στον αέρα και μαζί της πετάει κι ο γέρος κι ένα μεγάλο ταξίδι ξεκινάει πάνω από την πόλη προς άγνωστη κατεύθυνση. Και με μια φωνή από το πουθενά να ζητάει από τον πρωταγωνιστή αυτά που χρωστάει.
Πρώτη προσγείωση στην έρημο Καλαχάρι, εκεί όπου ο γέρος συναντά μια φυλή νομάδων και τους εξομολογείται την αλήθεια του, τους εξιστορεί τα παιδικά του χρόνια, το γκρέμισμα και το χτίσιμο της νιότης του, τις επιτυχίες του, την άνετη οικονομικά ζωή του, τις κατακτήσεις του με το γυναικείο φύλο, την παρουσία και την απουσία θεού και ταυτότητας.
Αέρας δυνατός ξανά και μια επόμενη πτήση ξεκινά με την ομπρέλα πιλότο. Προσγείωση σε μια εμπόλεμη ζώνη. Ο γέρος διαμένει στο χαμόσπιτο μιας φτωχής οικογένειας, γίνεται αυτόπτης μάρτυρας της βίας και των δεινών του πολέμου, πέφτει θύμα απαγωγής, κάτω από τη διαρκή βροχή πυροβολισμών, ανάμεσα σε ένοπλους αντάρτες και με παρέα και παρηγοριά τη φωνή και την παρουσία ενός νυχοκόπτη.
Σωτήρια πτήση στους αιθέρες κι επόμενη περιπετειώδης στάση / πτώση σε μια τροπική ζούγκλα. Εκεί, ο γέρος βιώνει το γκροτέσκο και τον παραλογισμό περιστοιχισμένος από μια ομάδα μαϊμούδων. Με την εμπειρία και την εξυπνάδα του θα καταφέρει να μεταμορφώσει το παράλογο σε λογική και σε απόσταγμα σοφίας και θα γίνει μαθητής σε ένα μάθημα για την άγρια φύση του ανθρώπου, τον θάνατο, για την αιχμαλωσία και την απόδραση, για την επιτακτική ανάγκη ύπαρξης Θεού.
Πτήση επόμενη και προσγείωση σε ένα μοναστήρι στο Θιβέτ. Κι εκεί ο γέρος θα γίνει ξανά μαθητής σε μια διδασκαλία για την πίστη, την οδύνη, την επιθυμία, την αφοσίωση, το μοίρασμα, το βλέμμα στ’ άστρα, την ποίηση, τη γνώση, τη ρίζα της αγάπης, την ουσία των πραγμάτων, την άνθηση και τον μαρασμό, την περιδιάβαση σε σκοτεινούς ατραπούς και την αναζήτηση φωτός, τη χαρά του «λίγο» και του «τίποτα» μακριά από τη φυλακή των πλασματικών αναγκών. Μέχρι την τελική μαχαίρια που θα γίνει αφορμή για ένα ακόμα πέταγμα του γέρου και της ομπρέλας του με προσγείωση στη χώρα των Αιθεροβατών και στο βασίλειο των νεφών. Ο γέρος βαδίζει πάνω στο φως, συναντά τον βασιλιά Αιθέρα και μεταξύ τους ξεκινά η αναμέτρηση.
Ο γέρος Τιμόθεος έρχεται πρόσωπο με πρόσωπο με τους φόβους, τα λάθη και τις ενοχές του, με τα ψεύδη και τις ανασφάλειές του, με τις αμφιβολίες, με την παραδοχή έλλειψης φωτός από τον πρότερο βίο του, με τον εγωισμό του, με μια λέξη που ποτέ δεν βγήκε από τα χείλη του.
Έτοιμος πια να αφεθεί στο πέταγμα, χωρίς την ομπρέλα του. Σαν όνειρο.
Πρόκειται για μια ιστορία που αντικατοπτρίζει τον σύγχρονο άνθρωπο, τον κυριευμένο από τα πάθη του, τη μεγαλομανία και την απληστία του, που τελικά χάνει το νόημα της ζωής και του εαυτού του. Ένα πολυεπίπεδο – με εκλεπτυσμένη αφηγηματική αρχιτεκτονική –, γλυκόπικρο παραμύθι για μεγάλα παιδιά που σε πρώτο επίπεδο χαρίζει στιγμές γέλιου, αγωνίας και απόλαυσης, ενώ σε δεύτερο επίπεδο, με λεπτή ειρωνεία, φωτογραφίζει την τάση μας να φλερτάρουμε με το κενό, να ξεχνάμε τους στόχους μας – μεθυσμένοι από τεχνητούς φωτισμούς και απατηλές λάμψεις –, να αποκτήσουμε χρήμα, δύναμη, εξουσία, χάνοντας της ουσίας τη ζεστή ηλιαχτίδα, να γευτούμε απολαύσεις της στιγμής και, ταυτόχρονα, την τάση μας να σκοτώνουμε την πλήξη μας ανοίγοντας άγνωστους δρόμους, για να ζήσουμε, για να ονειρευτούμε, για να θυμηθούμε να πούμε μια τόσο απλή λέξη: «Ευχαριστώ»!
Διαβάστε επίσης:
Βιβλίο: Τρίτον της Αληθείας Πρόγραμμα
Βιβλίο: Οι προτάσεις της εβδομάδας
Περί ανάγνωσης και βιβλίων – Η μεγάλη αναμέτρηση με το ανέφικτο
ΒΙΒΛΙΟ | topontiki.gr