Πάνω από 4 δισ. ευρώ επιπλέον έσοδα από φόρους μπήκαν στα κρατικά ταμεία το εννεάμηνο του 2024, σε σύγκριση με το αντίστοιχο διάστημα πέρυσι, και κατά 2,6 δισ. ευρώ πάνω από τον στόχο που είχε τεθεί. Αυτό δημιούργησε ένα τεράστιο πρωτογενές πλεόνασμα, που έφτασε τα 9 δισ. ευρώ, πολύ πάνω από τις συμβατικές υποχρεώσεις της χώρας.
Η αύξηση αυτή οφείλεται κυρίως σε δύο παράγοντες. Ο πρώτος είναι η σημαντική άνοδος των τιμών σχεδόν σε όλα τα αγαθά και τις υπηρεσίες, η οποία οδήγησε σε αυξημένα έσοδα από τον ΦΠΑ. Ο δεύτερος παράγοντας είναι οι αυξημένες αποδοχές των εργαζομένων και των συνταξιούχων, που βελτίωσαν τις εισπράξεις από τον φόρο εισοδήματος φυσικών προσώπων.
Παράλληλα, τα πλεονάσματα αφαιρούν διαθέσιμο εισόδημα από τους πολίτες, κατατάσσοντας την Ελλάδα στις τελευταίες θέσεις της Ε.Ε. όσον αφορά το ύψος του διαθεσίμου εισοδήματος. Σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat, το διάμεσο διαθέσιμο πραγματικό εισόδημα των Ελλήνων (median equivalised disposable income) μειώθηκε κατά 28,4% από το 2010 – τη χρονιά που άρχισαν τα μνημόνια και η μείωση των εισοδημάτων – ενώ στην Ε.Ε. αυξήθηκε κατά 18,5%.
Η μείωση αυτού του δείκτη, που αντικατοπτρίζει το βιοτικό επίπεδο, παρατηρήθηκε σε τέσσερις ακόμη χώρες της Ε.Ε., αλλά σε πολύ μικρότερα ποσοστά: στην Κύπρο και τη Γαλλία κατά 1,8%, στην Ιταλία κατά 1% και στην Ισπανία κατά 0,3%. Αντίθετα, στη Ρουμανία το διάμεσο διαθέσιμο εισόδημα αυξήθηκε κατά 140,4% την ίδια περίοδο.
Ενώ οι πολίτες αντιμετωπίζουν δυσκολίες, δύο στους τρεις Έλληνες (67%) το 2023 θεωρούν τους εαυτούς τους φτωχούς – το υψηλότερο ποσοστό στην Ε.Ε., όπου κατά μέσο όρο μόνο ένας στους τέσσερις θεωρεί τον εαυτό του φτωχό. Οι Βούλγαροι κατατάσσονται δεύτεροι ως «υποκειμενικά πιο φτωχοί».
Την ίδια στιγμή, ωστόσο, οι αγορές γιορτάζουν τις επιδόσεις της ελληνικής οικονομίας. Χθες, υπήρξε έντονο επενδυτικό ενδιαφέρον για τα ελληνικά ομόλογα κατά την έξοδο του Δημοσίου στις αγορές, λίγες ώρες πριν από την αναμενόμενη αξιολόγηση της Standard & Poor’s, η οποία θα ανακοινωθεί αύριο. Σημαντικές ανακοινώσεις αναμένονται επίσης από την Fitch στις 22 Νοεμβρίου και από την Scope στις 6 Δεκεμβρίου.
Η S&P έχει ήδη θέσει την Ελλάδα σε πορεία αναβάθμισης για τα επόμενα δύο χρόνια, έχοντας βελτιώσει τις προοπτικές της οικονομίας σε «θετικές» τον περασμένο Απρίλιο. Η τελευταία αναβάθμιση της S&P τοποθέτησε την Ελλάδα στην επενδυτική βαθμίδα στις 20 Οκτωβρίου 2023, διατηρώντας την αξιολόγηση «BBB-» από τον Απρίλιο.
Η S&P είχε προβλέψει ότι η ελληνική κυβέρνηση θα συνεχίσει να ακολουθεί συνετή δημοσιονομική πολιτική, συμβάλλοντας στη μείωση του δημόσιου χρέους ως ποσοστού του ΑΕΠ, κάτι που επιβεβαιώνεται από το προσχέδιο του Προϋπολογισμού για το 2024, που κατατέθηκε πρόσφατα στη Βουλή.
Αξίζει να σημειωθεί ότι μετά την πρόωρη αποπληρωμή δανείων ύψους 8 δισ. ευρώ από τον μηχανισμό στήριξης, η οποία έχει προγραμματιστεί για το τέλος του έτους, το χρέος της γενικής κυβέρνησης το 2024 αναμένεται να μειωθεί ελαφρώς στα 356,5 δισ. ευρώ, από 356,7 δισ. ευρώ το 2023. Ωστόσο, η μείωση ως ποσοστό του ΑΕΠ είναι μεγαλύτερη, χάρη στους υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας, με το χρέος να προβλέπεται να διαμορφωθεί στο 153,7% του ΑΕΠ το 2024, από 161,9% το 2023.
Η Fitch, σε πρόσφατη έκθεσή της, επιβεβαιώνει αυτές τις προβλέψεις, εκτιμώντας ότι η Ελλάδα θα διατηρήσει ισχυρές δημοσιονομικές επιδόσεις με πρωτογενή πλεονάσματα άνω του 2,5% του ΑΕΠ για τα επόμενα τρία χρόνια. Επιπλέον, το χρέος αναμένεται να μειωθεί κατά περισσότερες από 50 ποσοστιαίες μονάδες έως το 2026, από το υψηλό 206% του ΑΕΠ που καταγράφηκε το 2020.
Η προοπτική αναβάθμισης από την S&P ενισχύεται από τους υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας. Η Ελλάδα αναμένεται να συνεχίσει να αναπτύσσεται με ρυθμούς υψηλότερους από αυτούς της Ευρωζώνης, με τον μέσο ετήσιο ρυθμό ανάπτυξης να διαμορφώνεται στο 2,4% έως το 2027.
Διαβάστε επίσης:
Σπαζοκεφαλιά και αδικίες στην παρέμβαση για τα φιλοδωρήματα – τα σημεία που ζητούν απαντήσεις
Στις αγορές σήμερα το Ελληνικό Δημόσιο με πενταετές ομόλογο
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ | topontiki.gr