Η ακρίβεια παραμένει το μεγαλύτερο πρόβλημα για την ελληνική οικονομία και κοινωνία, με τις συνέπειές της να γίνονται ολοένα και πιο αισθητές στην καθημερινή ζωή.
Τρία και πλέον χρόνια μετά την αρχή της κρίσης, η ακρίβεια όχι μόνο δεν έχει υποχωρήσει, αλλά συνεχίζει να πλήττει βάναυσα τα νοικοκυριά και τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, δημιουργώντας μία διαρκή οικονομική πίεση. Παρά την οριακή αποκλιμάκωση του ετήσιου εναρμονισμένου πληθωρισμού τον Φεβρουάριο (3% από 3,1% τον Ιανουάριο), η πραγματικότητα είναι ότι οι υψηλές τιμές παραμένουν μία καθημερινή πρόκληση για τους Έλληνες.
Τα προκαταρκτικά στοιχεία της Eurostat δείχνουν ότι η μικρή αυτή μείωση οφείλεται κυρίως στη βάση σύγκρισης με τον Φεβρουάριο του 2024, ενώ στην πραγματικότητα οι τιμές παρέμειναν ουσιαστικά αμετάβλητες σε σχέση με τον Ιανουάριο του 2025. Το γεγονός αυτό αποδεικνύει ότι η αποκλιμάκωση του πληθωρισμού είναι πιο επιφανειακή από ό,τι φαίνεται, χωρίς ουσιαστική ανάσα για τα νοικοκυριά.
Ο τομέας που συνεχίζει να προκαλεί τις μεγαλύτερες ανησυχίες είναι οι υπηρεσίες, όπου οι τιμές σημείωσαν αύξηση 5,2% τον Φεβρουάριο, αν και μειωμένες σε σχέση με τον Ιανουάριο (5,6%). Παρά τη μικρή αυτή μείωση, οι αυξήσεις στις υπηρεσίες, που περιλαμβάνουν τους τομείς των μεταφορών, της υγειονομικής περίθαλψης, των εκπαιδευτικών υπηρεσιών και άλλων, συνεχίζουν να επιβαρύνουν τους πολίτες, και ιδιαίτερα τα πιο ευάλωτα κοινωνικά στρώματα. Αυτό αναδεικνύει ότι η ακρίβεια δεν περιορίζεται μόνο στα βασικά αγαθά, αλλά εξαπλώνεται και σε τομείς που επηρεάζουν άμεσα την ποιότητα ζωής, από την υγεία μέχρι την εκπαίδευση και τις καθημερινές μετακινήσεις.
Η επιμονή αυτών των αυξήσεων στις υπηρεσίες δεν αφήνει περιθώρια για ανάκαμψη για τα νοικοκυριά που ήδη παλεύουν με τις συνέπειες των αυξήσεων στα τρόφιμα και την ενέργεια. Οι πολίτες, και ιδίως τα πιο αδύναμα κοινωνικά στρώματα, συνεχίζουν να αγωνίζονται για να ανταποκριθούν στις αυξημένες απαιτήσεις της καθημερινότητας, κάτι που καθιστά όλο και πιο δύσκολη τη διαχείριση του οικογενειακού προϋπολογισμού.
Η ακρίβεια, λοιπόν, δεν φαίνεται να είναι απλώς προσωρινή κρίση, αλλά μία διαρκής πραγματικότητα που απειλεί να ανατρέψει τη σταθερότητα και την ευημερία του μεγαλύτερου μέρους του πληθυσμού. Οι αναγκαίοι μεταρρυθμιστικοί σχεδιασμοί για την αντιμετώπιση αυτής της κατάστασης είναι πιο επείγοντες από ποτέ, προκειμένου να μειωθεί η οικονομική πίεση που δέχονται οι Έλληνες καθημερινά.
Τα τρόφιμα παραμένουν επίσης σε υψηλά επίπεδα, με αύξηση 0,5% σε ετήσια βάση, την ώρα που τον Ιανουάριο ο πληθωρισμός για τα τρόφιμα ήταν μηδενικός. Αν και η αύξηση αυτή φαίνεται μικρή, εντούτοις η συνεχής ανόδου των τιμών στα τρόφιμα (συμπεριλαμβανομένων καπνού και αλκοόλ) εντείνει το οικονομικό βάρος για τα νοικοκυριά. Το «καλάθι της νοικοκυράς» παραμένει ακριβό, πλήττοντας ιδιαίτερα τα πιο ευάλωτα κοινωνικά στρώματα. Οι αυξήσεις αυτές δεν φαίνεται να είναι προσωρινές, ενώ η αβεβαιότητα γύρω από τις τιμές των βασικών αγαθών προκαλεί ανησυχία για την πορεία της ελληνικής οικονομίας.
Η κατάσταση στην ενέργεια παραμένει επίσης προβληματική, με τον δείκτη τιμών να αυξάνεται κατά 1,7% σε ετήσια βάση (από 1,3% τον Ιανουάριο). Η διαρκής πίεση από τις τιμές ενέργειας προστίθεται σε ένα ήδη βαρύ φορτίο για τους καταναλωτές και τις επιχειρήσεις, οι οποίες βλέπουν τα κόστη να παραμένουν υψηλά και να επηρεάζουν την ανταγωνιστικότητά τους. Αυτή η κατάσταση δεν επιτρέπει σε μια ευρεία μερίδα της κοινωνίας να αναπνεύσει οικονομικά, καθώς οι αυξήσεις στις τιμές ενέργειας πλήττουν το σύνολο της παραγωγής και των υπηρεσιών.
Ακόμη και ο δομικός πληθωρισμός (δηλαδή, ο πληθωρισμός χωρίς την ενέργεια και τα τρόφιμα) παραμένει σε υψηλό επίπεδο, στο 4,1%, από 4,4% τον Ιανουάριο, καταδεικνύοντας ότι η ακρίβεια δεν περιορίζεται μόνο στους τομείς της ενέργειας και των τροφίμων, αλλά επηρεάζει και άλλες βασικές κατηγορίες αγαθών και υπηρεσιών. Ειδικότερα, η αυξητική τάση στους τομείς των καταναλωτικών αγαθών και των υπηρεσιών ενισχύει την εικόνα ενός πληθωρισμού που δεν είναι απλώς προσωρινός, αλλά μάλλον αποτέλεσμα βαθύτερων οικονομικών πιέσεων και δυναμικών.
Η Ελλάδα, παρά την ελαφριά αυτή αποκλιμάκωση, παραμένει σε μια από τις υψηλότερες θέσεις στον πληθωρισμό της Ευρωζώνης, καταλαμβάνοντας τη 9η θέση ανάμεσα στις 18 χώρες για τις οποίες υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία. Αυτό υπογραμμίζει την δύσκολη κατάσταση της ελληνικής οικονομίας, όπου η ακρίβεια φαίνεται να είναι μια συνεχής πραγματικότητα για τους πολίτες. Εν τω μεταξύ, ο δομικός πληθωρισμός, που φτάνει το 4,1%, κατατάσσει τη χώρα στην 3η θέση μεταξύ των χωρών της Ευρωζώνης με τον υψηλότερο δομικό πληθωρισμό, πίσω από τη Σλοβακία και την Κροατία.
Το οικονομικό τοπίο στη χώρα μας εξακολουθεί να είναι αβέβαιο, με την κοινωνία να αντιμετωπίζει τη συνδυασμένη πίεση από τις αυξήσεις σε βασικούς τομείς. Η ακρίβεια δείχνει ότι δεν είναι απλώς μια παροδική κρίση, αλλά μια διαρκής πρόκληση που επηρεάζει την οικονομική ευημερία των Ελλήνων και απαιτεί στρατηγικές για την αντιμετώπισή της.
Διαβάστε επίσης
Η Prada ένα βήμα πριν την εξαγορά της Versace
Σούπερ μάρκετ: Νέα δεδομένα για προσφορές και εκπτώσεις – Τι αλλάζει από 6 Μαρτίου