Η παχυσαρκία επηρεάζει πάνω από το 40% των ενηλίκων και συνδέεται με αυξημένο κίνδυνο καρδιακών παθήσεων, εγκεφαλικού επεισοδίου, διαβήτη τύπου 2 και ορισμένων τύπων καρκίνου.
Τόσο η συμπεριφορική θεραπεία, γνωστή και ως παρέμβαση στον τρόπο ζωής, όσο και η φαρμακευτική αγωγή κατά της παχυσαρκίας, μπορούν να βοηθήσουν τους ασθενείς να επιτύχουν τους στόχους τους, όσον αφορά το βάρος και την υγεία τους.
Η αποτελεσματικότητα αυτών των θεραπειών ωστόσο, ποικίλλει σε μεγάλο βαθμό για διαφορετικά άτομα.
Νέα έρευνα έρχεται να καλύψει ένα μεγάλο κενό, παρέχοντας στοιχεία σύμφωνα με τα οποία, τα άτομα που δυσκολεύονται να χάσουν βάρος ακολουθώντας μία θεραπεία, μπορούν να το πετύχουν εάν ακολουθήσουν συνδυασμό θεραπειών.
Οι περισσότερες κατευθυντήριες γραμμές για τη διαχείριση της παχυσαρκίας συνιστούν συμπεριφορικές παρεμβάσεις για τουλάχιστον έξι μήνες ως θεραπεία πρώτης γραμμής για άτομα που θα μπορούσαν να επωφεληθούν από την απώλεια βάρους.
Αυτές οι παρεμβάσεις στον τρόπο ζωής περιλαμβάνουν δίαιτα μειωμένων θερμίδων, αυξημένη σωματική δραστηριότητα και στρατηγικές συμπεριφοράς (όπως η παρακολούθηση της πρόσληψης τροφής και της σωματικής δραστηριότητας).
Οι συνεδρίες καθοδηγούνται από εκπαιδευμένους συμβούλους και επικεντρώνονται στο να βοηθήσουν τους συμμετέχοντες να θέσουν συγκεκριμένους, εφικτούς στόχους υγείας και βάρους. Προηγούμενες έρευνες έχουν δείξει ωστόσο, ότι έως και οι μισοί ασθενείς δεν επιτυγχάνουν κλινικά σημαντική απώλεια τουλάχιστον 5% του αρχικού τους βάρους με αυτές τις τακτικές.
Τι δείχνει νέα μελέτη
Νέα μελέτη δείχνει ότι η προσθήκη ενός φαρμάκου κατά της παχυσαρκίας μόλις ένα μήνα μετά την έναρξη της συμπεριφορικής θεραπείας -αντί να περιμένει τους έξι μήνες που συνιστώνται σήμερα- μπορεί να υπερδιπλασιάσει την απώλεια βάρους για τους ασθενείς που προσπαθούν μόνο με αλλαγές στον τρόπο ζωής.
Οι γιατροί δεν γνωρίζουν πώς να βοηθήσουν τους ασθενείς που προσπαθούν να χάσουν βάρος όταν ακολουθούν συμβουλευτική για τον τρόπο ζωής τους.
Κάποιοι ειδικοί προτείνουν την προσθήκη φαρμάκου κατά της παχυσαρκίας, δεν έχουν γίνει ωστόσο μελέτες που να δείχνουν αν αυτή η προσέγγιση μπορεί πράγματι να βελτιώσει την απώλεια βάρους.
Οι ερευνητές στην Ιατρική Σχολή Perelman του Πανεπιστημίου της Πενσυλβάνια, αξιολόγησαν μια προσέγγιση πρώιμης παρέμβασης για ασθενείς που έχασαν λιγότερο από το 2% του αρχικού σωματικού τους βάρους μετά από ένα μήνα εβδομαδιαίων συνεδριών συμπεριφοράς (λιγότερο από 1 κιλό την εβδομάδα για τους περισσότερους ασθενείς).
Αυτοί οι ασθενείς που δεν ανταποκρίθηκαν στη συμπεριφορική θεραπεία, είτε έλαβαν φάρμακο κατά της παχυσαρκίας (υδροχλωρική φαιντερμίνη – 15 mg ημερησίως) είτε εικονικό φάρμακο, ενώ ακολούθησαν άλλες 24 εβδομάδες συμπεριφορικής παρέμβασης.
Η φαιντερμίνη, ένα κατασταλτικό της όρεξης, είναι το παλαιότερο φάρμακο για την απώλεια βάρους που κυκλοφορεί σήμερα στην αγορά και εγκρίθηκε για πρώτη φορά από τον Αμερικανικό Οργανισμό Τροφίμων και Φαρμάκων (FDA) το 1959.
Οι συμμετέχοντες στη μελέτη που έλαβαν εικονικό φάρμακο μαζί με τις ατομικές συνεδρίες έχασαν μόνο το 2,8% του αρχικού τους βάρους μετά από 24 εβδομάδες.
Οι συμμετέχοντες όμως που έλαβαν φαιντερμίνη, έχασαν υπερδιπλάσιο βάρος και συγκεκριμένα το 5,9% του αρχικού τους βάρους.
«Τα ευρήματά μας υποστηρίζουν σθεναρά την προσθήκη φαρμάκων κατά της παχυσαρκίας για τους ασθενείς που δεν επιτυγχάνουν ουσιαστική απώλεια βάρους μόνο με συμπεριφορικές μεθόδους. Υποδηλώνουν επίσης ότι η φαρμακευτική αγωγή μπορεί να εισαχθεί νωρίς στη θεραπεία, αντί να περιμένει ο ασθενής να ολοκληρώσει ένα πλήρες πρόγραμμα 6 μηνών. Η έγκαιρη παρέμβαση είναι ζωτικής σημασίας, διότι οι ασθενείς που δεν βλέπουν άμεσα αποτελέσματα, είναι πιο πιθανό να αποθαρρυνθούν και να διακόψουν εντελώς τη θεραπεία», λένε οι ερευνητές.
Ελπίζουν ότι η θεραπεία που χρησιμοποιήθηκε σε αυτή τη μελέτη, θα αποτελέσει έναν οδικό χάρτη για τους επαγγελματίες υγείας που επιθυμούν να υποστηρίξουν τους ασθενείς που δυσκολεύονται να χάσουν βάρος μόνο με δίαιτα και άσκηση.
Η αποτελεσματικότητα άλλων εγκεκριμένων από τον FDA φαρμάκων για την απώλεια βάρους σε ασθενείς που δεν χάνουν σημαντικό βάρος με συμπεριφορικές μεθόδους, πρέπει να επιβεβαιωθεί μέσω επίσημων δοκιμών.
«Εάν τα άτομα που δεν ανταποκρίνονταν νωρίς, έπαιρναν ένα από τα νεότερα εγκεκριμένα φάρμακα, όπως η σεμαγλουτίδη ή η τιρζεπατίδη, ίσως μπορούσαν εύκολα να διπλασιάσουν ή να τριπλασιάσουν την απώλεια βάρους τους σε σύγκριση με τη φαιντερμίνη. Χρειάζεται πρόσθετη έρευνα για να επιβεβαιωθεί αυτή η υπόθεση», πρόσθεσαν οι ερευνητές.
Η έρευνα δημοσιεύτηκε στην επιστημονική επιθεώρηση Nature Medicine.
Πηγή: onmed.gr
Διαβάστε επίσης:
Πότε ο μεσημεριανός ύπνος δεν κάνει καλό στον οργανισμό μας
ΙΣΑ: «Τα 15.000-20.000 εμφράγματα στην Ελλάδα κάθε χρόνο και ησημασία της πρόληψης»