έστιν ουν Ελλάς και η Μακεδονία
Στράβων
Γιάγκος Ανδρεάδης, Κώστας Μητράκας, Δημήτρης Παπαχαραλάμπους, Πέπη Ρηγοπούλου και Άγγελος Συρίγος
Μακεδόνων Χώρα
Πολιτικές της Μνήμης
Πολιτισμός, Τέχνη, Κινηματογράφος
Εκδόσεις: Ι. Σιδέρης
Σελ.: 378
Το Μακεδονικό ως ιστορία, μνήμη, πολιτισμός είναι ένα ζήτημα που υπερβαίνει κατά πολύ προχειρογραμμένες συμφωνίες, εθνικιστικές προκαταλήψεις και ιδεολογικές αγκυλώσεις. Αλήστου μνήμης θα μείνει και η δήλωση της πανεπιστημιακού κυρίας Σίας Αναγνωστοπούλου, που υποστήριξε ότι με την υπογραφή της συμφωνίας ολοκληρώθηκε ένα από τα βασικά οράματα του ΕΑΜ. Σύμφωνα με τα επίσημα πρακτικά της Βουλής, η εισηγήτρια του ΣΥΡΙΖΑ, προκειμένου να υποστηρίξει τη Συμφωνία των Πρεσπών, δήλωσε μεταξύ άλλων: «[…] Είναι αυτή η Αριστερά, η δική μας, που παίρνει τη συνέχεια από εκείνη την περίοδο και για αυτό εντάσσουμε τη Συμφωνία των Πρεσπών σε αυτή τη μεγάλη ιστορία που έχουμε διανύσει».
Η μακεδονική ιστορία, ωστόσο, υπερβαίνει τον ιδεολογικό οίστρο της κυρίας Αναγνωστοπούλου, καθώς διαθέτει πλούσιο παρελθόν που δεν έχει εξαντληθεί ακόμα, μια και κάθε τόσο από τη μακεδονική γη αναβλύζουν ιστορίες πολιτισμού, πολιτικής και βιωμάτων που επιβεβαιώνουν περίτρανα ότι «έστιν ουν Ελλάς και η Μακεδονία». Έτσι η Μακεδονία, λέξη που δεν απαντάται στη σλαβική παράδοση, προέρχεται από την αρχαία λέξη μάκος, Μακεδνός, που σημαίνει μακρύς, ψηλός και είναι ο δωρικός τύπος της λέξης μήκος. Η Μακεδονία, όπως αδιάψευστα αποδεικνύουν όλα τα αρχαιολογικά ευρήματα των ανασκαφών, οι αρχαίες πηγές και όλες οι ιστορικές μελέτες, αποτελεί κεντρικό τόπο και χώρο της ελληνικής ιστορίας και του ελληνικού πολιτισμού, πριν καν ακόμα ο Φίλιππος και ο γιος του Μέγας Αλέξανδρος προσδώσουν στον ελληνισμό οικουμενικό χαρακτήρα, μέχρι και σήμερα σαν μια συνολική διαχρονική ιστορία που μακραίνει αέναα στο μέλλον.
Η σύγχρονη επαναφορά του Μακεδονικού έθεσε το ζήτημα της μακεδονικής ταυτότητας. Η νέα αυτή εκδοχή του Μακεδονικού δεν είναι καθόλου εύκολη υπόθεση και προφανώς δεν αντιμετωπίζεται με εθνικιστικές κορώνες και πλειοδοσίες πατριωτισμού αλλά ούτε και με ανιστόρητα ιδεολογήματα και κεκαλυμμένους αλυτρωτισμούς. Κυρίως όμως αποτελεί έγκλημα να αντιμετωπίζεται με κομματικά κριτήρια, που κατά κανόνα εμπορεύονται το εθνικό συμφέρον. Στη σύγχρονη εκδοχή του Μακεδονικού θα μπορούσε κανείς να πει ότι ο διάβολος κρύβεται σε πολλές λεπτομέρειες και ακόμα περισσότερες διαστρεβλώσεις. Και αυτές οι λεπτομέρειες και οι ιστορικές πλαστογραφίες ενέχουν μεγάλους κινδύνους και προφανώς δεν αποτελούν λύση. Με αυτή την έννοια και έχοντας ως αδιάψευστο μάρτυρα τις εξελίξεις που ακολούθησαν την πολυδιαφημισμένη Συμφωνία των Πρεσπών, αποδεικνύεται ότι η εσπευσμένη και πρόχειρη λύση υπό την πίεση ξένων παραγόντων και εντόνων κομματικών σκοπιμοτήτων, δεν αποτέλεσε την πιο φρόνιμη και εθνικά επωφελή ιδέα. Τους βιαστικούς πανηγυρισμούς που ακολούθησαν παρουσιάζοντας την εν λόγω συμφωνία, σχεδόν εξίσου βαρύνουσα με το Πρωτόκολλο της Ανεξαρτησίας του Ελληνικού Κράτους, ήρθαν να σκιάσουν οι προεδρικές εκλογές του γειτονικού κρατιδίου στις 8 Μαΐου του τρέχοντος έτους. Το εύθυμο κλίμα ήρθε να χαλάσει το βαρύ βαρομετρικό του σαφούς μηνύματος της νεοεκλεγείσας Αυτής Εξοχότητας της Πρόεδρου της Δημοκρατίας, που έκανε δηλώσεις περί «μακεδονικού κράτους» και περί του δικαιώματος αυτοπροσδιορισμού.
Όλα, ωστόσο, εξ αρχής υπήρξαν καθαρά και ξάστερα, καθώς χρησιμοποιούσαν τον Ήλιο της Βεργίνας, αλλά και σύμβολα που ανήκουν στην ελληνική ιστορική και πολιτιστική κληρονομιά. Τι ακριβώς σημαίνει Αεροδρόμιο Σκοπίων «Μέγας Αλέξανδρος»; Ότι ο Αλέξανδρος ο Μακεδών ήταν Σκοπιανός ή ότι μιλούσε σλαβομακεδονικά; Τι ακριβώς συμβαίνει όταν στήνονται αγάλματα του Μεγάλου Αλεξάνδρου και του Φιλίππου, κατασκευάζεται η αψίδα «Πόρτα Μακεδονία» με αποτυπωμένες μορφές της αρχαίας ελληνικής ιστορίας, στην οποία υπάρχει ξεκάθαρη αναφορά σε «Μακεδονία του Αιγαίου»; Τι ακριβώς συμβαίνει όταν ένα θρασύ πολυεθνικό μόρφωμα, αποκύημα του βαλκανικού αλυτρωτισμού, οικειοποιείται την ιστορία που υπήρξε το θεμέλιο του δυτικού πολιτισμού; Ποια πολιτισμική αναφορά γίνεται για την ύπαρξη των Σκοπίων; Τα αρχαιοελληνικά ευρήματα στο Δίον, στην Πέλλα, στη Βεργίνα, στη Σίνδο, στην Αιανή είναι όλα ελληνικά. Αρχιτεκτονική, ζωγραφική, γλυπτική, διακοσμητική, ρυθμοί, πολεοδομία είναι όλα ελληνικά. Όλες οι επιγραφές που έχουν βρεθεί στον χώρο της Μακεδονίας και χρονολογούνται πριν από την έλευση των Ρωμαίων, είναι ελληνικές, τα ονόματα ανθρώπων και θεών κοινά. Για παράδειγμα: Κάρανος (808-778 π.Χ.), Περδίκκας Α’ (700-678 π.Χ.), Φίλιππος Α’ (640-602 π.Χ.), Αμύντας Α’ (547-498 π.Χ.), Αλέξανδρος Α’ (498-454 π.Χ.), Αρχέλαος Α’ (413-399 π.Χ.), Πτολεμαίος Α’ (368-365 π.Χ.).
Όπως αναφέρει και ο Αρριανός, ο Μέγας Αλέξανδρος ξεκίνησε την εκστρατεία του ως αρχιστράτηγος, όχι των Μακεδόνων, αλλά όλων των Ελλήνων. Πουθενά δεν υπάρχει αναφορά ότι ξεκίνησε ως Αρχηγός των Σκοπιανών. Ο Αρριανός επίσης στην Αλέξανδρου Ανάβαση αναφέρει ότι στο Πανελλήνιο Συνέδριο της Κορίνθου, το 335 π.Χ., όλοι οι Έλληνες πλην των Λακεδαιμονίων παραχώρησαν την εξουσία στον Αλέξανδρο. Όλη η ανθρωπότητα γνωρίζει ότι οι διάδοχοί του σε όλα τα βασίλεια διέδωσαν την ελληνική γλώσσα και τον πολιτισμό από τη Μεσόγειο μέχρι τον Ινδό ποταμό. Επίσης, για να τελειώνουμε με αυτή την αυτονόητη παράθεση επιχειρημάτων, η περίοδος εκείνη των διαδόχων του Μεγάλου Αλεξάνδρου δεν ονομάστηκε Μακεδονική, αλλά Ελληνιστική περίοδος.
Είχε αφεθεί να φανεί ότι τότε που στα Σκόπια ο πρωθυπουργός της χώρας ήταν μετριοπαθής, παρουσιαζόταν μια εθνικά επωφελής ιστορική ευκαιρία για μια λύση που θα έκλεινε οριστικά το ζήτημα, πράγμα που όμως δεν διασφαλιζόταν από πουθενά. Για να είμαστε, λοιπόν, στοιχειωδώς σοβαροί και κυρίως ενημερωμένοι πέρα από τον πατριωτικό συναισθηματισμό, είναι μεγάλη ανάγκη να κατανοηθεί σωστά η ιστορική, πολιτική και πολιτισμική διάσταση του Μακεδονικού από την κοινή γνώμη. Μια ιδιαίτερα ξεχωριστή διάσταση περί της των Μακεδόνων Χώρας μας δίνει ένας συλλογικός τόμος που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις Εκδόσεις Σιδέρη.
Πέντε σημαντικοί ερευνητές επιστήμονες, οι Γιάγκος Ανδρεάδης, Κώστας Μητράκας, Δημήτρης Παπαχαραλάμπους, Πέπη Ρηγοπούλου και Άγγελος Συρίγος, προσεγγίζουν τη μακεδονική χώρα από διαφορετικές σκοπιές, συμπίπτοντας στο ότι η Μακεδονία παραμένει κεντρικό θέμα για τις πολιτικές της μνήμης. Στο Μακεδονικό επιχειρείται η οικειοποίηση μιας τεράστιας ιστορικής περιόδου από ένα συνονθύλευμα εθνοτήτων, προϊόν βαλκανικών μεγαλοϊδεατισμών που προσπαθεί να αποκτήσει εθνική ιδεολογία και ταυτότητα οικειοποιούμενο μέρος της συλλογικής μνήμης ενός άλλου λαού, προκαλώντας συμβολικές συγκρούσεις που γεννούν εντάσεις σχετικά με την ερμηνεία του παρελθόντος. Πρόκειται για κανονικούς παραχαράκτες της Ιστορίας, τυχοδιωκτικές οντότητες που συγκροτήθηκαν από πολιτικές ιδεολογικές σκοπιμότητες και που αποβλέπουν σε μελλοντικές αλυτρωτικές διεκδικήσεις. Η πολιτισμική εγγραφή της μακεδονικής χώρας είναι ελληνική, με το βάρος και τη σημασία των εγγράμματων πολιτισμών στη διαμόρφωση συλλογικής συνείδησης. Πέντε συγγραφείς, λοιπόν, μελετούν αντίστοιχες πολιτικές της μνήμης μέσα από τον πολιτισμό, τις τέχνες και τον κινηματογράφο.
Στο πρώτο κεφάλαιο, ο Γιάγκος Ανδρεάδης ανατρέχει στο απώτερο βαθύ και πλούσιο παρελθόν της ελληνικής Μακεδονίας, στην πολιτική και την πολιτισμική ιστορία της, και διερευνά τη σημασία της για το αύριο της Ελλάδας και του ελληνισμού. Ήδη από τον 5ο π.Χ. αιώνα η Μακεδονία εμφανίζεται στο ιστορικό προσκήνιο ως βασικός παράγοντας διαμόρφωσης της ελληνικής ιστορίας. Στο κεφάλαιο η «Μακεδονία Μνήμη του Αύριο» ο Ανδρεάδης περιγράφει με ενάργεια τη θρυλική ιστορική πορεία ανάδειξης της Μακεδονίας σε ηγέτιδα δύναμη του ελληνισμού, που πρωταγωνιστεί στη μεγαλύτερη ανατροπή τής τότε παγκόσμιας Ιστορίας με την κατάλυση της Περσικής Αυτοκρατορίας, θέτοντας τα θεμέλια του οικουμενικού ελληνικού πολιτισμού και κατά συνέπεια όλου του δυτικού κόσμου. Η ελληνική μακεδονική ιστορία με την παγκόσμια επιρροή που άσκησε είναι παρούσα αιώνες τώρα μέσα σε αλλότριες παραδόσεις από την Ινδία και το Πακιστάν μέχρι την Αίγυπτο και ολόκληρη τη Μέση Ανατολή ως ενσωματωμένη πολιτισμική μνήμη, που συνεχίζει να εμπνέει τη λογοτεχνία, τον τρόπο σκέψης και τις τέχνες. Οι βόρειοι γείτονες εκ του πονηρού ξεκίνησαν να συγκροτούν την ταυτότητά τους επιχειρώντας να στήσουν μια πλαστή μνήμη με το να επιχειρήσουν ένα πρωτοφανές όσο και αστείο πλιάτσικο στην αρχαία ελληνική ιστορία.
Ο καθηγητής Άγγελος Συρίγος κάνει λόγο για τους όρους της Συμφωνίας των Πρεσπών εστιάζοντας στα ζήτημα εθνότητας – γλώσσας, επιχειρώντας ταυτόχρονα μια προβολή στις μελλοντικές εξελίξεις. Με επιστημονικά επιχειρήματα, ο Συρίγος στο δεύτερο κεφάλαιο «Η Συμφωνία των Πρεσπών» διευκρινίζει μερικούς όρους – κλειδιά για να μπορέσει ο αναγνώστης να κατανοήσει τη σημασία του περιεχομένου τους. Μας εξηγεί τι σημαίνει «μακεδονική γλώσσα», «μακεδονική ιθαγένεια – υπηκοότητα», όπως και το πώς αυτοί οι όροι σχετίζονται με την εθνική διάσταση του όρου Σλαβομακεδόνες – Μακεδονοσλάβοι και το πώς επιχειρείται «αθώα» να συγκροτηθεί εθνική «μακεδονική» μειονότητα στη χώρα μας.
Ξεχωριστό ενδιαφέρον έχει η συνομιλία του Γιάγκου Ανδρεάδη με τον Κώστα Μητράκα στο τρίτο κεφάλαιο του τόμου σχετικά με την ελληνοφωνία και σλαβοφωνία στην περιοχή της Καστοριάς. Εδώ το κλίμα αλλάζει, καθώς γίνεται πιο προσωπικό, μέσα από τα βιώματα ανθρώπων που ταλαιπωρήθηκαν ιδιαίτερα. Είναι το μέρος εκείνου του τόμου όπου η μικροϊστορία, δηλαδή οι ανθρώπινες καθημερινές ζωές, παρασύρεται μέσα στο ορμητικό ρεύμα της μεγάλης Ιστορίας.
Η Πέπη Ρηγοπούλου ξεκινά το τέταρτο κεφάλαιο από το ιστορικό παρόν για να καταλήξει στο απώτατο παρελθόν που μας συνδέει με τους μύθους και τις δοξασίες της μακεδονικής χώρας. Ξεκινά από τα θαυμαστά ευρήματα της Αμφίπολης και τον εμφύλιο των αρχαιολόγων σε μια περίοδο όπου η Ελλάδα πλήρωνε βαρύ τίμημα για τις απερισκεψίες της, έτσι ώστε η Ελληνική Δημοκρατία να φτάσει στο ταπεινωτικό εκείνο σημείο ως δανειολήπτρια χώρα να εκχωρήσει τα περιουσιακά της στοιχεία. Ωστόσο, όπως σημειώνει εύστοχα η συγγραφέας, υπάρχει και η άυλη σύμβαση με το παρελθόν, «που καμιά εκχώρησή του δεν μπορεί να διαγράψει». Αυτό που ακόμα και στις μέρες μας δεν έχει συνειδητοποιηθεί είναι ότι το 2010-2014 η οικονομική χρεοκοπία και η αμφισβήτηση της πολιτικής της αυτοδιάθεσης είχε ως αποτέλεσμα να αμφισβητηθεί έντονα και η πολιτισμική της ταυτότητα. Η κυβέρνηση Γκρούεφσκι της τότε ΠΓΔΜ είχε εκπονήσει το πρόγραμμα Σκόπια 2014, που είχε στόχο να ξαναγράψει την Ιστορία διεκδικώντας τη διαχρονική μακεδονική ταυτότητα – δηλαδή το ιστορικό, πολιτικό και πολιτισμικό παρελθόν ενός μεγάλου μέρους της αρχαιοελληνικής μας παράδοσης. Η τότε αντιπολιτευτική τακτική του ΣΥΡΙΖΑ πριν γίνει κυβέρνηση θεωρούσε ότι η διεθνής προβολή των ευρημάτων της Αμφίπολης ήταν παραπλανητική για να αποσπάσει την προσοχή του λαού από τα δεινά των μνημονίων και λάμβανε αποστάσεις «από οτιδήποτε μπορούσε να προκαλέσει πραγματικές είτε υποτιθέμενες εθνικιστικού τύπου συμπεριφορές». Το 2015, όταν έγινε κυβέρνηση, ο υπουργός Πολιτισμού Νίκος Ξυδάκης με ένα ναρκισσιστικά λόγιο όσο και νεφελώδες σκεπτικό διακόπτει το έργο.
Ιδιαίτερα εντυπωσιακό, όσο και άγνωστο, είναι το πέμπτο και τελευταίο κεφάλαιο, στο οποίο ο Δημήτρης Παπαχαραλάμπους ερμηνεύει αισθητικά και πολιτικά τους διαφορετικούς τρόπους με τους οποίους σκηνοθέτες του κινηματογράφου, από τον Αγγελόπουλο μέχρι τον Μαντσέβσκι, τον Όλιβερ Στόουν και άλλους, ερμήνευσαν αυτό που αποκαλεί «το βλέμμα του Αλέξανδρου».
Πρόκειται για ένα σημαντικό συλλογικό έργο, γραμμένο από λαμπρούς μελετητές, που μας φωτίζει εν πολλοίς διαφορετικές όψεις της Συμφωνίας των Πρεσπών.
Διαβάστε επίσης:
Περί ανάγνωσης και βιβλίων – Ένα σημαντικό έργο της ευρωπαϊκής λογοτεχνίας
Βιβλίο: Ο Παράξενος Αδάμ και το φεγγάρι
Βιβλίο: Δύναμη και Βία στην Εφηβεία
ΒΙΒΛΙΟ | topontiki.gr